Η κυβέρνηση της ΝΔ και η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας, υλοποιώντας τις αντιλαϊκές και αντιεκπαιδευτικές «δεσμεύσεις» τους, επιχειρούν τώρα ένα ακόμη χτύπημα στον πολύπαθο χώρο της εκπαίδευσης. Το νέο νομοσχέδιο που έφεραν προς ψήφιση στην Βουλή στις 23/1 περιλαμβάνει πλήθος αντιλαϊκών και αντιεκπαιδευτικών μέτρων που χτυπούν περαιτέρω τη δημόσια και δωρεάν παιδεία.
Πιο συγκεκριμένα, το νέο νομοσχέδιο «Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘ.Α.Α.Ε.), Ειδικοί Λογαριασμοί Κονδυλίων Έρευνας Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, Ερευνητικών και Τεχνολογικών Φορέων και άλλες διατάξεις», ανάμεσα σε άλλα:
Προβλέπει τις προσλήψεις στο δημόσιο, μέσω ΑΣΕΠ, πτυχιούχων ιδιωτικών κολεγίων που είναι παραρτήματα ιδρυμάτων του εξωτερικού.
Επανιδρύει την Αρχή Αξιολόγησης στα ΑΕΙ με αυξημένες αρμοδιότητες.
Προβλέπει εσωτερική και εξωτερική αξιολόγηση στα ΑΕΙ και συνδέει το 20% της χρηματοδότησής τους με τα αποτελέσματά της (ακόμη βέβαια και το υπόλοιπο 80% της χρηματοδότησης θα εξαρτάται σε έναν ορισμένο βαθμό και από τα αποτελέσματα της αξιολόγησης).
Αναστέλλει τη λειτουργία 37 τμημάτων ΑΕΙ που ήταν να ξεκινήσουν από το 2020-21.
Μετατρέπει ξανά την 30η Ιανουαρίου από μέρα αργίας σε σχολική γιορτή και το επεκτείνει και στην δευτεροβάθμια.
Αυξάνει την τιμωρία των διοριζόμενων, αν παραιτηθούν, σε τρία χρόνια.
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Το μέτρο της δυνατότητας πρόσληψης στο δημόσιο αποφοίτων ιδιωτικών κολεγίων αποτελεί φυσικά συνέχεια του μέτρου της εξίσωσης των πτυχίων και των επαγγελματικών δικαιωμάτων των αποφοίτων που πέρασε η κυβέρνηση τον περασμένο Οκτώβρη και έρχεται να υποβαθμίσει ακόμη περισσότερο τα ήδη υποβαθμισμένα πτυχία, να θέσει ένα ακόμη ταξικό εμπόδιο στα παιδιά των λαϊκών οικογενειών που μετά από χίλιους κόπους καταφέρνουν να πάρουν ένα πτυχίο. Είναι χαρακτηριστικό αυτής της κατεύθυνσης ότι ο ΑΣΕΠ θα κάνει δεκτούς τους τίτλους σπουδών κολεγίων ακόμα και αν οι υποψήφιοι δεν έχουν εξασφαλίσει την ακαδημαϊκή αναγνώριση των πτυχίων τους μέσω του ΔΟΑΤΑΠ (Διεπιστημονικός Οργανισμός Αναγνώρισης Τίτλων Ακαδημαϊκών και Πληροφόρησης). Και είναι τουλάχιστον υποκριτικό η κυβέρνηση που θέλει να επαναφέρει τη βάση του 10, την «τράπεζα θεμάτων» στις πανελλήνιες, που θέλει να μειώσει τους εισακτέους στα τριτοβάθμια ιδρύματα, την ίδια στιγμή να προχωρά σε ένα τέτοιο μέτρο που απροκάλυπτα ενισχύει την ιδιωτική εκπαίδευση και υποβαθμίζει τα πτυχία των δημοσίων πανεπιστημίων κουρελιάζοντας ουσιαστικά το άρθρο 16 του συντάγματος. Η συγκεκριμένη διάταξη έρχεται να χτυπήσει ακόμα περισσότερο και τα δικαιώματα των εκπαιδευτικών, αφού τη στιγμή που υπάρχουν δεκάδες χιλιάδες αδιόριστοι εκπαιδευτικοί, απόφοιτοι πανεπιστημίων, δίνει τη δυνατότητα άμεσης συμμετοχής των αποφοίτων των κολεγίων στις προκηρύξεις της γενικής αγωγής, με αποτέλεσμα χιλιάδες εκπαιδευτικοί να βρίσκονται αντιμέτωποι με το φάσμα της ανεργίας.
Σε ό,τι αφορά στη λεγόμενη «αξιολόγηση» των ΑΕΙ, προβλέπεται το πετσόκομμα του 20% της χρηματοδότησης των τριτοβάθμιων ιδρυμάτων εφόσον αυτά δεν αξιολογηθούν επαρκώς. Η χρηματοδότηση των ΑΕΙ με βάση την αξιολόγηση θα οδηγήσει στην υποβάθμιση πανεπιστημίων, σε συγχωνεύσεις τμημάτων ή ακόμη και σε κατάργηση σχολών εφόσον τα Ιδρύματα θα είναι αναγκασμένα να κυνηγούν κονδύλια για να εξασφαλίσουν μέρος των κρατικών πόρων. Ακόμα, ένα από τα κριτήρια της αξιολόγησης των ιδρυμάτων είναι και η σχέση «ενεργών» φοιτητών και εισακτέων, κάτι που φυσικά αφήνει το παράθυρο ανοιχτό, ώστε με βάση τα πορίσματα της αξιολόγησης του εκάστοτε Ιδρύματος, η κυβέρνηση να φέρει προς ψήφιση διάταξη για τις διαγραφές φοιτητών που ξεπερνούν τα ν+2 έτη και φυσικά για την περαιτέρω μείωση των εισακτέων. Η αξιολόγηση των ΑΕΙ δείχνει το τι ακριβώς θα ακολουθήσει με την αξιολόγηση των σχολικών μονάδων και των εκπαιδευτικών.
Την ίδια στιγμή προωθούνται σκληρές τιμωρητικές διατάξεις για τους αναπληρωτές που δεν αναλαμβάνουν ή παραιτούνται, ενώ η 30η Γενάρη μετατρέπεται σε μέρα υποχρεωτικής θρησκευτικής κατήχησης εντός των διδακτικών αιθουσών.
Απέναντι στους νέους σχεδιασμούς της κυβέρνησης της ΝΔ, το εκπαιδευτικό κίνημα πρέπει να βγει ξανά στο δρόμο του αγώνα. Η πολιτική της κυβέρνησης χτυπά το σύνολο της εκπαίδευσης. Μόνο ένα ενιαίο πανεκπαιδευτικό αγωνιστικό μέτωπο μπορεί να βάλει φραγμό στην αντιεκπαιδευτική πολιτική, με την αγωνιστική συνεννόηση των εκπαιδευτικών σωματείων και των φοιτητικών συλλόγων. Με μαζικές γενικές συνελεύσεις και διαδηλώσεις να παλέψει ενάντια στην πολιτική που διαλύει την δημόσια και δωρεάν παιδεία και απαξιώνει τα πτυχία.
Οι δύο πανεκπαιδευτικές κινητοποιήσεις που πραγματοποιήθηκαν την Τρίτη και την Πέμπτη 21 και 23/1 αντίστοιχα, στην Αθήνα, την Θεσσαλονίκη και άλλες πόλεις της χώρας, αν και δεν είχαν τη μαζικότητα που αντιστοιχεί στο μέγεθος της αντιεκπαιδευτικής επίθεσης, έδειξαν ωστόσο ότι -παρά τα σημαντικά βήματα που πρέπει να γίνουν για την αγωνιστική ανασυγκρότηση του εκπαιδευτικού κινήματος- ο κόσμος της εκπαίδευσης δεν πρόκειται να δεχτεί χωρίς πάλη και αγώνα το νέο αντιεκπαιδευτικό νομοσχέδιο.
Ο Εκπαιδευτικός Όμιλος και η Πορεία συμμετείχαν δραστήρια στις κινητοποιήσεις, μοίρασαν πλατιά την κοινή τους ανακοίνωση, ενώ εντείνουν τις προσπάθειές τους στα σωματεία, τους φοιτητικούς συλλόγους, τα σχολεία και τις σχολές για να συνδεθούν με νέους συναγωνιστές και να διαδώσουν πλατιά το αγωνιστικό τους μήνυμα.