«Η Κίνα αποτελεί την πιο ολοκληρωμένη και ισχυρή στρατιωτική απειλή για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ»
Η «Κίνα αποτελεί την κύρια απειλή για τα συμφέροντα των ΗΠΑ σε παγκόσμιο επίπεδο», σύμφωνα με μη διαβαθμισμένη έκθεση «των κοινών απόψεων» των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών με τίτλο «Ετήσια εκτίμηση απειλών» η οποία δόθηκε στη δημοσιότητα την Τρίτη, 25-3-2025. Την ίδια μέρα, κατά την ακρόασή της από τη Γερουσία, η επικεφαλής των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών Τούλσι Γκάμπαρντ δήλωσε ότι «η Κίνα είναι ο ισχυρότερος στρατηγικός μας ανταγωνιστής, με βάση τις πληροφορίες που διαθέτουν οι ΗΠΑ». Η έκθεση που δόθηκε στη δημοσιότητα από το γραφείο της εξηγεί ότι η «Η Κίνα παρουσιάζει την πιο ολοκληρωμένη και πιο ισχυρή στρατιωτική απειλή για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ».
Στην έκθεση αυτή τα επιτελεία των μυστικών υπηρεσιών του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού αναλύουν και ιεραρχούν τις απειλές που αντιπροσωπεύουν για τα συμφέροντά τους σε όλα τα επίπεδα οι ισχυρότεροι στρατηγικοί ανταγωνιστές τους. Συγκεκριμένα στο πολυσέλιδο αυτό κείμενο αναλύονται πρωταρχικά και «ακτινογραφούνται» με αναλυτικό τρόπο οι δυνατότητες της Κίνας σε όλους τους τομείς, στρατιωτικό, οικονομικό, κυβερνοχώρο, τεχνολογία, βιοασφάλεια, διάστημα, για να καταδειχθεί μέσα από αυτή τη στρατηγική επισκόπηση της γενικής δύναμης της Κίνας η απειλή που αντιπροσωπεύει για την ασφάλεια και τα ζωτικά συμφέροντα των ΗΠΑ. Στην πραγματικότητα η έκθεση αυτή κινείται στην κατεύθυνση της «εθνικής στρατηγικής ασφάλειας των ΗΠΑ», που δημοσιεύτηκε τον Οκτώβρη του 2022 επί Μπάιντεν, απλώς τώρα -ίσως και λόγω της νέας διοίκησης Τραμπ- η απειλή της Κίνας μεγεθύνεται και όλα τα σφυριά του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού χτυπάνε προς τη μεριά της Κίνας.
Η έκθεση ξεκινά με τη βασική διαπίστωση ότι «η Κίνα ξεχωρίζει ως ο φορέας που είναι πιο ικανός να απειλήσει τα συμφέροντα των ΗΠΑ σε παγκόσμιο επίπεδο». Προχωρώντας στη συνέχεια σε κάθε τομέα χωριστά και ξεκινώντας από το στρατιωτικό τομέα, διαπιστώνει ότι η «Κίνα αποτελεί την πιο ολοκληρωμένη και ισχυρή στρατιωτική απειλή για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ. Οι επιθετικές προσπάθειες του Πεκίνου να διεκδικήσει κυριαρχικές αξιώσεις στη Νότια και Ανατολική Θάλασσα της Κίνας αυξάνουν τις εντάσεις που θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν μια ευρύτερη σύγκρουση».
Αναφερόμενη η έκθεση στον οικονομικό τομέα, ύστερα από παράθεση πολλών στοιχείων, καταλήγει στη βασική διαπίστωση ότι «η ΛΔΚ επιδιώκει να ανταγωνιστεί τις Ηνωμένες Πολιτείες και να αναδειχθεί κορυφαία οικονομική δύναμη στον κόσμο», ενώ κάνοντας αναφορά στον περίφημο κυβερνοχώρο που αποκτά όλο και μεγαλύτερη βαρύτητα ως εργαλείο «ασύμμετρων» επιθέσεων ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, διαπιστώνει ότι «η Κίνα έχει επιδείξει την ικανότητα να θέτει σε κίνδυνο τις υποδομές των ΗΠΑ μέσω τρομερών δυνατοτήτων στον κυβερνοχώρο, τις οποίες θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει κατά τη διάρκεια μιας σύγκρουσης με τις Ηνωμένες Πολιτείες».
Αναφερόμενη η έκθεση στον κρίσιμο τομέα της υψηλής τεχνολογίας (Τεχνητή Νοημοσύνη (AI), Ημιαγωγοί, Ρομποτική, Βιοτεχνολογία, 5G/6G), συμπεραίνει ότι «Η Κίνα χρησιμοποιεί μια επιθετική προσέγγιση για να γίνει μια παγκόσμια επιστημονική και τεχνολογική υπερδύναμη, να ξεπεράσει τις Ηνωμένες Πολιτείες και να τις εκτοπίσει από τη θέση της ισχυρότερης δύναμης τεχνητής νοημοσύνης στον κόσμο μέχρι το 2030».
Για να καταλήξει με αναφορά στη διαστημική τεχνολογία όπου σημειώνει ότι «η Κίνα έχει επισκιάσει τη Ρωσία ως ηγέτιδα δύναμη στο διάστημα και είναι έτοιμη να ανταγωνιστεί τις Ηνωμένες Πολιτείες ως ηγέτιδα δύναμη στον κόσμο στο διάστημα».
Ανεξάρτητα αν όλες αυτές οι αναφορές των επιτελείων του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού στον «ισχυρότερο στρατηγικό ανταγωνιστή» τους, τον κινέζικο ιμπεριαλισμό, υπηρετούν και προπαγανδιστικές σκοπιμότητες, επιδιώκοντας να συσπειρώσουν εθνικιστικά τον αμερικάνικο λαό ενάντια στην «κινέζικη απειλή», να εμφανίσουν τις ΗΠΑ σε θέση άμυνας και την Κίνα επιτιθέμενη, το βέβαιο είναι πως οι κατευθύνσεις αυτής της έκθεσης -πέρα από τον προπαγανδιστικό τους χαρακτήρα- υπαγορεύουν και καθορίζουν το πλαίσιο άσκησης της παγκόσμιας πολιτικής του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, όπως εξάλλου τη βλέπουμε να ασκείται συγκεκριμένα στις μέρες μας.
Δεν είναι τυχαίο πως, ταυτόχρονα με τη δημοσίευση αυτής της έκθεσης, η εφημερίδα Washington Post «αποκάλυψε» απόρρητο υπόμνημα του υπουργού Άμυνας Πιτ Χέγκσεθ, σύμφωνα με το οποίο στο επίκεντρο των αμερικανικών στρατιωτικών προτεραιοτήτων τίθεται η αποτροπή μιας κινέζικης επίθεσης στην Ταϊβάν, καθώς και της κυριαρχίας της στην περιοχή του ινδο-ειρηνικού.
Το υπόμνημα αυτό δίνει εντολή στις ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ για μη «ανάληψη ρίσκου», για μη ανάληψη δηλαδή στρατιωτικής δράσης σε άλλες γεωγραφικές περιοχές, όπως στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή, λόγω περιορισμών σε στρατιωτικές δυνάμεις και πόρους. Σύμφωνα με τις οδηγίες του υπουργείου Άμυνας των ΗΠΑ, το βάρος της αποτροπής απειλών από τη Ρωσία και το Ιράν θα μεταφερθεί στους νατοϊκούς «συμμάχους». Και αυτό βλέπουμε να συμβαίνει τώρα στην Ευρώπη, όπου τρέχουν πανικόβλητοι οι ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές και εξαγγέλλουν δυσθεώρητα ποσά για πολεμικούς εξοπλισμούς, καθώς οι αμερικάνοι λένε ότι αδυνατούν πλέον να εγγυώνται την ασφάλεια της Ευρώπης και «φορτώνουν» το κόστος της στους ευρωπαίους.
Η ανάγκη για οικονομία δυνάμεων και άντληση πόρων συνηγορεί υπέρ της υιοθέτησης ουσιαστικών αλλαγών στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, σε μια περίοδο μάλιστα που ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός βρίσκεται σε πορεία παρακμής και εξασθένησης, παρά τις φανφάρες της ηγεσίας Τραμπ για «μια μεγάλη Αμερική ξανά».
Η ηγεσία του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού διαπιστώνει πως δεν διαθέτει τις τεράστιες δυνάμεις και τους πόρους που απαιτούνται για να αντιμετωπίσει ταυτόχρονα δύο στρατιωτικο-πολιτικά μέτωπα, ένα στην Ασία με την Κίνα και ένα στην Ευρώπη με τη Ρωσία, και ιεραρχεί σαν βασικό στρατηγικό της στόχο την αντιμετώπιση της Κίνας, μετατοπίζοντας το κέντρο βάρος της αντιπαράθεσής της στην Ασία-Ειρηνικό, επειδή, όπως αποφαίνονται τα επιτελεία του, «η άνοδος της Κίνας μετατοπίζει ριζικά την ισορροπία ισχύος».
Η αναδιάταξη των δυνάμεων των ΗΠΑ στον Ειρηνικό περιλαμβάνει αύξηση της στρατιωτικής παρουσίας με υποβρύχια, βομβαρδιστικά, μη επανδρωμένα πλοία, επίλεκτες μονάδες του στρατού και των πεζοναυτών.
Το ζήτημα που απασχόλησε τα τελευταία χρόνια και δίχασε τα επιτελεία του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού -όπως φάνηκε ήδη από την περίοδο της πρώτης προεδρίας Τραμπ και στη συνέχεια της προεδρίας Μπάιντεν- ιδιαίτερα μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, ήταν αν οι ΗΠΑ θα κλιμακώσουν τυχοδιωκτικά την αντιπαράθεσή τους ταυτόχρονα και στα δύο μέτωπα, και με την Κίνα και με τη Ρωσία, με αβέβαιη έκβαση και στα δυο, ή θα παίξουν το ρωσικό «χαρτί», προσφέροντας μια σειρά ανταλλάγματα στη Μόσχα, για να σπάσει το μέτωπο με το Πεκίνο και να επικεντρωθούν βασικά ενάντια στην Κίνα που απειλεί προοπτικά να τις εκθρονίσει από την παγκόσμια κορυφή.
Βασικός άξονας της πολιτικής του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού είναι η ενίσχυση της στρατηγικής θέσης του απέναντι στον κινέζικο ιμπεριαλισμό, που σημαίνει μια κλιμακούμενη επιθετικότητα της Ουάσιγκτον για την αναχαίτιση της επεκτατικότητας του Πεκίνου. Ταυτόχρονα, ανοίγματα στη Ρωσία για να σπάσει ή να εξασθενίσει το μέτωπό της με την Κίνα και μια πολιτική σκλήρυνσης απέναντι στους κύριους συμμάχους του αλλά και σημαντικούς εμπορικούς ανταγωνιστές του, όπως η ΕΕ, η Ιαπωνία και ο Καναδάς, γεγονός που παρατηρούμε τώρα με την επιθετική πολιτική των δασμών του Τραμπ, σε μια προσπάθεια να αντλήσει οικονομικούς πόρους που χρειάζεται.
Την επομένη της «αποκάλυψης» της Washington Post για τα σχέδια της κυβέρνησης Τράμπ να μετατοπίσει την εστίαση της αμερικάνικης στρατηγικής μακριά από την Ευρώπη, στην Ασία-Ειρηνικό, ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ Πιτ Χεγκσεθ ξεκίνησε περιοδεία στην περιοχή και επισκέφθηκε την Ιαπωνία και τις Φιλιππίνες πιέζοντας τις δυο χώρες να αυξήσουν τις στρατιωτικές δαπάνες τους, με το βλέμμα στραμμένο στην Κίνα.
«Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι αποφασισμένες να διατηρήσουν μια αξιόπιστη, στιβαρή, έτοιμη για εφαρμογή αποτροπή στην περιοχή Ινδικού-Ειρηνικού, περιλαμβανομένου του στενού της Ταϊβάν», υποστήριξε ο Πιτ Χέγκσεθ στις συναντήσεις του στο Τόκιο με τον Ιάπωνα ομόλογό του. «Η Ιαπωνία θα ήταν στην πρώτη γραμμή σε κάθε ενδεχόμενο στο δυτικό Ειρηνικό, και είμαστε αλληλέγγυοι (…). Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ιαπωνία είναι σθεναρά ενωμένες απέναντι σε επιθετικές ενέργειες των κινέζων κομμουνιστών», πρόσθεσε ο επικεφαλής του Πενταγώνου. «Αυτός είναι ο λόγος που ο υπουργός Νακατάνι και εγώ συζητήσαμε σήμερα την κρίσιμη και επείγουσα κατάσταση ασφαλείας γύρω από την Ιαπωνία, και τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν», δήλωσε ο Πιτ Χέγκσεθ στους δημοσιογράφους. Τις ίδιες δηλώσεις έκανε και στη Μανίλα των Φιλιππίνων. Πρόκειται για προκλητικές δηλώσεις του εκπροσώπου του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού που υποδαυλίζουν και οξύνουν τις αντιθέσεις και την ένταση στην περιοχή καλλιεργώντας ένα φιλοπόλεμο κλίμα και στοχοποιώντας το Πεκίνο.
Να σημειώσουμε ότι η Ιαπωνία εξακολουθεί να εξαρτάται από τις ΗΠΑ: 54.000 Αμερικανοί στρατιώτες στρατοπεδεύουν στο αρχιπέλαγος, κυρίως στην Οκινάουα, ανατολικά της Ταϊβάν.
Απαντώντας στην επίσκεψη του αμερικανού υπουργού Άμυνας και στις δηλώσεις του, το Πεκίνο προχώρησε αιφνιδιαστικά σε μεγάλης κλίμακας στρατιωτικά γυμνάσια, με τη συμμετοχή δυνάμεων του πολεμικού ναυτικού και αεροπλανοφόρου, της πολεμικής αεροπορίας αλλά και της ακτοφυλακής, μόλις λίγες εβδομάδες μετά τα προηγούμενα γυμνάσια που είχαν πραγματοποιηθεί στην ίδια περιοχή στα μέσα Μαρτίου.
Είναι φανερό πως με τη μεταφορά του μεγαλύτερου μέρους των στρατιωτικών δυνάμεων των ΗΠΑ στη ζώνη Ασίας-Ειρηνικού και τις γιγαντιαίων διαστάσεων αεροναυτικές ασκήσεις συνεχώς στις θάλασσες της Ανατολικής Ασίας και την Ταϊβάν, τόσο από την πλευρά των ΗΠΑ και των συμμάχων τους όσο και από την πλευρά της Κίνας οξύνεται διαρκώς η κρίση στην περιοχή και ο κίνδυνος μιας πολεμικής αναμέτρησης δυναμώνει.