Τα παλλαϊκά συλλαλητήρια της 26ης Γενάρη και ακόμα περισσότερο τα γιγαντιαία συλλαλητήρια και η πανελλαδική απεργία ένα μήνα μετά, στις 28 Φλεβάρη, έχουν ρίξει την κυβέρνηση Μητσοτάκη μέσα σε μια τρικυμία λαϊκής οργής. Προσπαθεί να την διαχειριστεί με προσαρμογές στην τακτική της και στην προπαγάνδα της που, από τη μια, δείχνουν το ταρακούνημά της από τον ξεσηκωμό του κόσμου ενάντια στην πολιτική της αλλά, από την άλλη, και την επιμονή της σε μια εξοργιστική συγκάλυψη των ευθυνών της για το έγκλημα των Τεμπών.

Με ένα μίγμα φρασεολογίας «κατευνασμού» των λαϊκών αισθημάτων οργής και τρομοκρατικών απειλών ενάντια στις λαϊκές αντιδράσεις, με κοινοβουλευτικές μεθοδεύσεις και με τη διοχέτευση της όλης υπόθεσης στα κανάλια μιας ελεγχόμενης από αυτήν «Δικαιοσύνης» επιχειρεί να εκτονώσει την ισχυρή λαϊκή πίεση που αντιμετωπίζει.

Είναι προκλητική η συνεχιζόμενη και σήμερα προσπάθεια της κυβέρνησης να ισχυρισθεί πως δεν είχε καμία ανάμιξη και πως δεν έδωσε καμία εντολή για τη συγκάλυψη του εγκλήματος, όταν ο ίδιος ο Μητσοτάκης, τα δυο χρόνια που μεσολάβησαν, όπως έχει αποκαλυφθεί, έκανε υποδείξεις για τη διερεύνηση της φονικής σιδηροδρομικής σύγκρουσης και ο ίδιος διαβεβαίωνε ότι για τη μεγάλη φωτιά των τρένων «δεν υπάρχει τίποτα ύποπτο ή περίεργο», δεν ευθύνεται «τίποτα άλλο» παρά μόνο «τα έλαια».

Όμως, χάρη στον αγώνα των συγγενών των θυμάτων και την ευαισθησία της κοινωνίας το κυβερνητικό εγχείρημα της συγκάλυψης δεν μπόρεσε να περάσει, όπως έχει γίνει με τόσα άλλα σκάνδαλα (υποκλοπών κ.ά.), και προσέκρουσε στα ποτάμια λαού που κατέβηκαν στους δρόμους. Στις 26 Γενάρη η κυβέρνηση βρέθηκε μπροστά σε μια κατάσταση που την εξανάγκασε σε μια μερική αναδίπλωση, με τον Κυρ. Μητσοτάκη εσπευσμένα να δίνει συνέντευξη για να μιλήσει με «χαμηλούς τόνους» και να πει, αποποιούμενος τη δική του ευθύνη, πως αυτός έλεγε ό,τι τον πληροφορούσαν οι κατώτεροί του, ότι «με αυτά τα οποία γνωρίζει σήμερα, δεν θα έλεγε τότε αυτά τα οποία είχε πει»! Αναδίπλωση προσωρινή και εντελώς υποκριτική, καθώς την επομένη ξετυλίχθηκε ένα νέο κυβερνητικό σχέδιο με τη δημόσια εμφάνιση βίντεο ανεπιβεβαίωτης γνησιότητας που, περιέργως, «αγνοούνταν» επί δυο χρόνια και δήθεν «διέψευδαν τη συγκάλυψη».

Όταν και αυτή η κυβερνητική μηχανορραφία έπεσε στο κενό, επιστρατεύτηκε από την κυβερνητική προπαγάνδα η κινδυνολογία και η τρομοκρατία ενόψει των συλλαλητηρίων και της πανεργατικής απεργίας της 28ης Φλεβάρη. Με νέες δηλώσεις του ο Κυρ. Μητσοτάκης επιτέθηκε σε αυτούς που «επιθυμούν να μετατρέψουν αυτό το συλλογικό πένθος σε μία ευκαιρία ενός νέου διχασμού» και μίλησε για «κλίμα πολιτικής αποσταθεροποίησης» και «αμφισβήτησης της εσωτερικής σταθερότητας και της ομαλότητας στην πατρίδα μας». Προχώρησε παραπέρα και σε τρομοκρατικές προειδοποιήσεις πως «η χώρα μας έχει βιώσει τις πάνω και τις κάτω πλατείες. Δεν θα τις ξαναζήσει» και «όσοι οραματίζονται την Παρασκευή (28 Φλεβάρη) ως ένα ορόσημο για βίαιες ανατροπές, θα μας βρουν απέναντι», με τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη, Μ. Χρυσοχοΐδη, να προσθέτει πως πως «η αστυνομία θα είναι εκεί», όπου «θα διαδηλώσουν κατά της κυβέρνησης».

Όταν η κυβερνητική τρομοκρατία και κινδυνολογία απότυχε στο στόχο της να απομαζικοποιήσει τα συλλαλητήρια της 28ης Φλεβάρη, η κυβέρνηση επιδόθηκε σε μια κατάφωρη διαστρέβλωσή τους, που αφαιρούσε από αυτά το αντικυβερνητικό περιεχόμενό τους και επιδίωξε να τα παρουσιάσει ως «ένα αθόρυβο πένθος πολιτών». Δεν παρέλειψε ακόμη να επικροτήσει την αστυνομική τρομοκρατία που εξαπολύθηκε, δηλώνοντας πως η αστυνομία «έκανε πολύ καλά τη δουλειά της, με επαγγελματισμό».

Η πρόταση του ΠΑΣΟΚ για τη σύσταση Προανακριτικής Επιτροπής και η υποβολή πρότασης δυσπιστίας στην κυβέρνηση από ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ-Νέα Αριστερά-Πλεύση Ελευθερίας, άνοιξε το δρόμο στην κυβέρνηση της ΝΔ για μια κοινοβουλευτική συγκάλυψη των ευθυνών της. Αυτό φάνηκε αμέσως από το γεγονός ότι η πρότασή της για την Προανακριτική, με τη συμπαιγνία και του ΠΑΣΟΚ, συμπεριέλαβε μόνο τον υφυπουργό Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας Χρ. Τριαντόπουλο και μάλιστα μόνο για ένα πλημμέλημα. Ο Σύλλογος Τεμπών 2023 των συγγενών των θυμάτων, ξεσκεπάζοντας τη συγκάλυψη που δρομολογείται και με το μανδύα της Βουλής, σε εξώδικο που έστειλε στον πρόεδρο της Βουλής Ν. Κακλαμάνη αναφέρει χαρακτηριστικά: «Επειδή έχουμε δει ότι στο βαρέλι της απαξίωσής μας δεν υπάρχει πάτος, αναγκαστήκαμε να επιδώσουμε σήμερα εξώδικο προς τον Πρόεδρο της Βουλής με αίτημα να κοινοποιηθεί σε όλους τους Βουλευτές. Διότι σήμερα μείναμε άναυδοι, όταν από τις πλείστες όσες υποβληθείσες μηνύσεις κατά Υπουργών και του Πρωθυπουργού, συζητείται στη Βουλή πρόταση του ΠΑΣΟΚ για σύσταση Προανακριτικής μόνο για ΜΕΜΟΝΩΜΕΝΕΣ πράξεις του κ. Τριαντόπουλου, και μάλιστα μόνο για το ΠΛΗΜΜΕΛΗΜΑ της παράβαση καθήκοντος!

Και ερωτώνται ΟΛΟΙ οι Βουλευτές του Ελληνικού Κοινοβουλίου, ιδίως οι Βουλευτές του ΠΑΣΟΚ που έκαναν μία τέτοια περικεκομμένη και αποδυναμωμένη πρόταση για σύσταση Προανακριτικής:
(α) Γιατί η πρόταση του ΠΑΣΟΚ για την Προανακριτική είναι μόνο για τον κ. Τριαντόπουλο και όχι για όλους τους μηνυθέντες πολιτικούς; (β) Γιατί η πρόταση για την Προανακριτική αφορά μόνο πλημμέλημα παράβασης καθήκοντος και όχι τα λοιπά κακουργήματα και πλημμελήματα, για τα οποία όλοι οι πολιτικοί, Πρωθυπουργός, Υπουργοί και Υφυπουργοί έχουν μηνυθεί; (γ) Ποιος ο λόγος μιας τέτοιας περικεκομμένης και περίτεχνα διατυπωμένης Πρότασης Σύστασης Προανακριτικής του ΠΑΣΟΚ; (δ) Γιατί οι λοιποί βουλευτές δεν το επισημαίνουν και έτσι δια της αδράνειας και σιγής τους αφήνουν την άνω επιμελημένα «περικεκομμένη» διαδικασία να εξελίσσεται για τα μάτια του κόσμου, χωρίς αληθινή διερεύνηση ΟΛΩΝ των μηνυθέντων Πολιτικών Προσώπων και για ΟΛΑ τα ερευνητέα εγκλήματα (κακουργήματα και πλημμελήματα) που καταγγέλλεται ότι διέπραξαν; (ε) Για ποιον λόγο λοιπόν παρακάμπτονται όλες οι μηνύσεις που έχουν φτάσει στη Βουλή; ή μήπως μετά από τόσους μήνες δεν έχουν φτάσει ακόμη και άρα πράγματι θάφτηκαν αμελλητί; (στ) Μήπως αυτή είναι εν τέλει η αιτία για την οποία δεν μας απαντάει ο κ. Πρόεδρος της Βουλής στα ξεκάθαρα ερωτήματά μας που του θέσαμε από τις 03.02.25 για την πορεία των ποινικών δικογραφιών των Πολιτικών και στα οποία επίμονα δεν απαντά;
».

Γνωρίζοντας ότι στην αίθουσα της Βουλής, με τους συσχετισμούς που υπάρχουν σε αυτήν, το κουκούλωμα των κυβερνητικών ευθυνών για τα Τέμπη μπορεί να πάρει κοινοβουλευτική «έγκριση», ο Κυρ. Μητσοτάκης δεν δίστασε να βγάλει μια ομιλία θράσους, αντιδραστικών κηρυγμάτων και αντικομμουνιστικών υπαινιγμών, που απέδωσε τις κατηγορίες για κυβερνητική συγκάλυψη του φονικού σε «συλλογή μύθων και ψεμμάτων», σε «σκοπιμότητα» και σε «εργαλειοποίηση» της τραγωδίας, σε εκείνους που θέλουν «να αναβιώσουν τον λαϊκισμό και την τοξικότητα» για να διακηρύξει ότι «μόνο η Δικαιοσύνη μπορεί να ρίξει φως σε αυτή την υπόθεση» και όχι τα «λαϊκά δικαστήρια», εννοώντας, προφανώς, τα λαϊκά συλλαλητήρια.

Είναι φανερό πως η κυβέρνηση επιχειρεί -με τη διευκόλυνση και της κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης- μέσα από τους ελεγχόμενους «θεσμικούς» διαδρόμους του Κοινοβουλίου (που έχει την πλειοψηφία) και της «Δικαιοσύνης» (που την ελέγχει) να επιτύχει την αθώωσή της για το έγκλημα των Τεμπών.
Το ποιοι είναι οι στόχοι της ορισμένα φανερά «παπαγαλάκια» της δεν το κρύβουν όταν, ήδη, έγραψαν πως «η πολιτική μας ζωή έχει εγκλωβιστεί εδώ και ένα μήνα γύρω από την τραγωδία των Τεμπών και είναι προφανές πως αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί. Τη λύση δεν θα τη δώσουν τα πεζοδρόμια και οι πλατείες, αλλά οι θεσμοί. Στο κάτω κάτω, εκεί έξω όλοι συνασπίστηκαν απέναντι στην κυβέρνηση. Εφόσον η κυβέρνηση ξεπεράσει αυτόν τον θεσμικό σκόπελο (σ. ΛΔ, την ψηφοφορία στην πρόταση δυσπιστίας στη Βουλή), θα έχει τη νομιμοποίηση να συνεχίσει το έργο της» (Καθημερινή 2/3/2025).