Την 5η Νοεμβρίου πραγματοποιήθηκαν οι προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ. Εκεί, παρά τις προβλέψεις για αμφίρροπη μάχη, οι Ρεπουμπλικάνοι του Ντόναλντ Τραμπ κατάφεραν αποφασιστική νίκη επί των Δημοκρατικών της Κάμαλα Χάρις. Ο Τραμπ επεκράτησε σε όλες τις διαφιλονικούμενες πολιτείες και επιπλέον σε κάποιες που ανήκουν στο λεγόμενο «μπλε τείχος» των Δημοκρατικών όπως αυτές των Ουισκόνσιν και του Μίσιγκαν. Οι Ρεπουμπλικάνοι εξέλεξαν 312 μέλη στο εκλεκτορικό κολλέγιο αντί 226 των Δημοκρατικών, ενώ χρειάζονται 270 για να εξασφαλισθεί νίκη για την προεδρία των ΗΠΑ. Επικρατούν και στη Γερουσία, έχοντας εξασφαλίσει 53 γερουσιαστές έναντι 47 των αντιπάλων τους. Τελικά επικράτησαν και στη Βουλή των Αντιπροσώπων οπότε η προεδρία Τραμπ θα ελέγχει και το Κογκρέσο. Όλα αυτά αντιστοιχούνται και με τη νίκη επί της συνολικής λαϊκής ψήφου που κατάφερε ο Τραμπ, κάτι που σπάνια καταφέρνουν Ρεπουμπλικάνοι υποψήφιοι.
Σημαντικό είναι και τι θα συμβεί με το Ανώτατο Δικαστήριο. Με τον Τραμπ εκλεγμένο, θεωρείται πιθανό δύο δεξιοί δικαστές, Κλάρενς Τόμας και Σάμιουελ Αλίτο, να συνταξιοδοτηθούν, ανοίγοντας τον δρόμο για την αντικατάστασή τους από άλλους δικαστές της αρεσκείας του. Αυτό εγκυμονεί το ενδεχόμενο μιας μακροπρόθεσμης Ρεπουμπλικάνικης πλειοψηφίας στο Ανώτατο Δικαστήριο. Η νίκη του Τραμπ είναι καθολική, πιο εμφατική από αυτήν του 2016. Η λογική του «μικρότερου κακού» διαψεύστηκε πλήρως.
Ο Τραμπ είχε ιστορικά υψηλές επιδόσεις για Ρεπουμπλικάνος σε μια σειρά πληθυσμιακές ομάδες, όπως στους Λατίνους, τους Αφροαμερικάνους, τις γυναίκες, ενώ κέρδισε και την ψήφο των νέων. Η μόνη ομάδα που η Κάμαλα Χάρις επεκράτησε σχετικά εύκολα ήταν αυτή με ετήσιο εισόδημα άνω των 100 χιλιάδων δολαρίων, επιβεβαιώνοντας πως τα λαϊκά στρώματα προτίμησαν τον Τραμπ.
Διάφορες θεωρίες κυκλοφορούν για την επικράτηση του Τραμπ, ενώ έχουν ξεκινήσει οι αλληλοκατηγορίες εντός των Δημοκρατικών μετά τη βαριά εκλογική ήττα. Διάφορα στελέχη, πολλά εκ των υστέρων, κατηγορούν τον Μπάιντεν επειδή δεν παραιτήθηκε νωρίτερα, ώστε να προκύψει και υποψήφιος από κανονικές προκριματικές εκλογές. Άλλοι κατηγορούν τη Χάρις για αρνητική εκστρατεία.
Σε κάθε περίπτωση φαίνεται ότι η επιλογή της Χάρις να βασίσει την εκστρατεία της στο επιχείρημα ότι η αμερικάνικη δημοκρατία κινδυνεύει από τον «φασίστα» Τραμπ, δεν ήταν αρκετή για να ξεχάσουν οι Αμερικάνοι τα πεπραγμένα της προεδρίας Μπάιντεν, στην οποία υπήρξε η αντιπρόεδρος. Επιπλέον, η νομική πίεση που άσκησε ο μηχανισμός των Δημοκρατικών στον Τραμπ, μάλλον τον ενίσχυσε στα μάτια των λαϊκών στρωμάτων παρά τον έφθειρε. Σίγουρα οι εναγκαλισμοί με πρωτοκλασάτα στελέχη προηγούμενων κυβερνήσεων των Ρεπουμπλικάνων του Μπους, όχι μόνο δεν επηρέασαν τη βάση τους, αλλά μάλλον απογοήτευσαν το κοινό των Δημοκρατικών. Το ίδιο πρέπει να συνέβη και με την κατάσταση στην Παλαιστίνη και τη στήριξη προς το Ισραήλ. Πολλοί Αμερικάνοι αραβικής καταγωγής πρέπει να αποστασιοποιήθηκαν.
Αντιθέτως η υπόσχεση του Τραμπ για απεμπλοκή από την Ουκρανία πρέπει να είχε διπλή θετική επίδραση στην εκστρατεία του. Από τη μία, παρουσιάστηκε ως ο ειρηνιστής υποψήφιος, που με την επιλογή αυτή απομακρύνει το ενδεχόμενο μιας γενικευμένης σύρραξης. Από την άλλη, τα διαδοχικά πακέτα ενίσχυσης δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων προς το καθεστώς του Ζελένσκι πρέπει να ήταν μεγάλη πρόκληση για τους πιεσμένους οικονομικά. Τώρα ελπίζουν πως ο Τραμπ θα ανακατευθύνει αυτούς τους πόρους προς όφελός τους. Σαν επιχείρημα είναι εύληπτο, άσχετα αν θα διαψευσθούν.
Ένα μεγάλο τμήμα της αμερικάνικης κοινωνίας είδε θετικά την υπόσχεση του Τραμπ για τη μεγαλύτερη επιχείρηση απέλασης μεταναστών στην ιστορία. Πίστεψε έτσι ότι ο κρατικός προϋπολογισμός θα ελαφρυνθεί προς όφελός τους, ενώ θα υπάρξουν και περισσότερες εργασιακές ευκαιρίες.
Από κει και πέρα, οι απόπειρες δολοφονίας εναντίον του σίγουρα ενίσχυσαν την εικόνα ενός ηγέτη ενάντια στο σύστημα, που οι κυρίαρχοι κύκλοι προσπαθούν να βγάλουν από τη μέση με κάθε τρόπο.
Οι πρώτες πληροφορίες για τη νέα διοίκηση
Όπως ανακοίνωσε ο Τραμπ στο δικό του μέσο κοινωνικής δικτύωσης, υπεύθυνος για την ασφάλεια όλων των συνόρων, χερσαίων, θαλάσσιων και εναέριων θα αναλάβει ο πρώην διευθυντής της υπηρεσίας μετανάστευσης και τελωνείων, Τομ Χόμαν, ο «Τσάρος των συνόρων» όπως τον χαρακτήρισε. Θα επιφορτισθεί με την απέλαση όλων των παράτυπων μεταναστών. Ο ίδιος φέρεται να είναι θιασώτης της ιδέας και έχει ήδη καταρτίσει τα δικά του σχέδια για τον σκοπό, που σύντομα θα παρουσιάσει στον Τραμπ. Ενώ λέγεται ότι είναι υποστηρικτής της συνωμοσίας της «μεγάλης αντικατάστασης», κατά την οποία οι Δημοκρατικοί μέσω της αθρόας μετανάστευσης προσπαθούν να αντικαταστήσουν τους λευκούς Αμερικάνους με πιο πειθήνιους υποτίθεται έγχρωμους μετανάστες. Ήταν επίσης υποστηρικτής του μέτρου των διαχωρισμών των οικογενειών των μεταναστών, γονέων και παιδιών.
Εκπρόσωπος των ΗΠΑ στα Ηνωμένα Έθνη, σύμφωνα με το CNN, αναμένεται να αναλάβει η βουλευτής Ελίς Στεφάνικ. Ήταν από τους πιο ακραιφνείς υποστηρικτές της συνωμοσίας περί απάτης στις εκλογές του 2020 και αρνητής της κλιματικής αλλαγής και όλων των σχετικών διεθνών συμφωνιών.
Κομβικό πρόσωπο στη θέση του προσωπάρχη του Λευκού Οίκου θα είναι η Σούζαν Γουάιλς, που ήταν διευθύντρια της προεκλογικής εκστρατείας του Ντόναλντ Τραμπ. Ήταν και διευθύνουσα σύμβουλος της πολιτικής επιτροπής «Σώζουμε την Αμερική», οργανισμός που συγκέντρωνε χρήματα για λογαριασμό της πολιτικής δραστηριότητας του Τραμπ, όταν αυτός έπαψε να είναι πρόεδρος.
Παράλληλα ο Ντόναλντ Τραμπ έσπευσε να αποκλείσει την πρώην αντίπαλό του στις προκριματικές Νίκι Χέιλι. Αυτή είχε δηλώσει ότι ο Τραμπ στην προεδρία θα ήταν ένα εγχώριο και διεθνές φιάσκο. Ενώ αυτός την κορόιδευε που ο σύζυγός της δεν παρακολουθούσε τις συγκεντρώσεις της, ενώ ήταν σε στρατιωτική αποστολή. Παρόλα αυτά αποφάσισε να φιλήσει το δαχτυλίδι του, μετά τη συντριβή της, ωστόσο οι ελπίδες της για μια θέση στη νέα διοίκηση δε θα πραγματωθούν. Με αυτήν του την απόφαση, της επεφύλασσε μια τελευταία ταπείνωση, στέλνοντας ίσως και ένα μήνυμα προς το εσωτερικό του Ρεπουμπλικάνικου κόμματος. Το ίδιο ισχύει και για τον Μάικ Πομπέο, υπουργό εξωτερικών στην προηγούμενή του κυβέρνηση.
Τη θέση που είχε θα αναλάβει, σύμφωνα με τη New York Times, ο γερουσιαστής της Φλόριντα, Μάρκο Ρούμπιο, ο «ελαφρών βαρών» και «άσχετος» σύμφωνα με τον ίδιο τον Τραμπ στο παρελθόν. Το μακρινό πλέον 2015, είχε δηλώσει ότι δεν θα ανέθετε στον Ρούμπιο ούτε μια από τις μικρότερές του εταιρείες. Ενώ αυτός με τη σειρά του το 2016 είχε χαρακτηρίσει τον Τραμπ απατεώνα που δεν πρέπει να του επιτραπεί να καταλάβει το συντηρητικό κίνημα στις ΗΠΑ και πολλά άλλα. Όλα αυτά όμως είναι παρελθόν τώρα, καθώς αναμένεται να αναλάβει ίσως και το πιο βαρύ χαρτοφυλάκιο της νέας διοίκησης. Είναι γνωστός για τη σκληρή στάση του ενάντια στη Βενεζουέλα, την Κίνα και το Ιράν.
Για Σύμβουλος Ασφαλείας επιλέχθηκε ο Μάικ Γουόλτς, πρώην σύμβουλος αντιτρομοκρατίας του Ντικ Τσέινι. Ο Τραμπ έχει δημαγωγήσει σχετικά με τους πολέμους της διοίκησης Μπους και ειδικότερα για το Αφγανιστάν έχει πει ότι ο αμερικάνικος στρατός δεν έπρεπε να είχε μείνει εκεί όσο έμεινε. Ωστόσο ο Γουόλτς σε δημόσια ομιλία του ενώ ο πόλεμος τότε εισερχόταν στο 15ο έτος του, έκανε λόγο για την ανάγκη να πολεμήσουν εκεί πολλές γενιές Αμερικάνων, χαρακτηριστικά είχε πει ότι πρέπει οι Αμερικάνοι να είναι έτοιμοι να δουν τα… εγγόνια τους να πολεμούν στο Αφγανιστάν!! Τον λες και φιλοπόλεμο…
Υπουργός εσωτερικών θα αναλάβει, σύμφωνα με το CNN, η Κρίστι Νόουμ, κυβερνήτης της Νότιας Ντακότα, φορέας σκληροπυρηνικών αντιμεταναστευτικών αντιλήψεων. Είχε γελοιοποιηθεί όταν είχε ισχυρισθεί σε απομνημονεύματά της ότι είχε συναντήσει τον ηγέτη της ΛΔΚ, Κιμ Γιονγκ Ουν, ο οποίος είχε υποτιμήσει την εμπειρία της να αψηφά αγέρωχα «μικρούς τυράννους», όπως έγραφε. Κατόπιν δημοσιογραφικών και άλλων πιέσεων αναγκάστηκε να αφαιρέσει από το βιβλίο της το σχετικό απόσπασμα.
Ρόλο αναμένεται να αναλάβει και ο Ρόμπερτ Κένεντι ο νεότερος, μάλλον στα πλαίσια προεκλογικής συμφωνίας για τη στήριξη που παρείχε στον Τραμπ. Το πιο πιθανό είναι να του παραχωρηθεί η διεύθυνση του Οργανισμού Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) καθώς και του Κέντρου Ελέγχου Λοιμώξεων (CDC). Ενώ αίσθηση έχει προκαλέσει και το όνομα του μεγιστάνα Ίλον Μασκ, σχετικά με τη θέση του στη νέα διοίκηση.
Διεθνείς αντιδράσεις…
Πρώτος ηγέτης κράτους που συνεχάρη τον Ντόναλντ Τραμπ ήταν ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου, αλλά αυτό δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη. Όχι ότι οι Δημοκρατικοί υστέρησαν στη στήριξη του φασιστικού κράτους του Ισραήλ, αλλά ο Τραμπ υπήρξε ήδη από την προηγούμενη θητεία του ο πιο ηχηρός υποστηρικτής αυτού και της δολοφονικής πολιτικής του, μεταφέροντας, για όποιον θυμάται, την αμερικάνικη πρεσβεία στην Ιερουσαλήμ.
Παρά το συγχαρητήριο μήνυμά του, σε αναμμένα κάρβουνα πρέπει να βρίσκεται ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι. «Εκτιμώ τη δέσμευση του προέδρου Τραμπ για την προσέγγιση στα διεθνή πράγματα σύμφωνα με την ειρήνη μέσω της δύναμης. Αυτή είναι που μπορεί να φέρει τη δίκαιη ειρήνη στην Ουκρανία πιο κοντά. Ελπίζω ότι θα την εφαρμόσουμε μαζί». Ο Τραμπ τον είχε ξεφτιλίσει στην κυριολεξία κατά την επίσκεψή του στις ΗΠΑ. Τώρα αναφέρεται ότι στην επικοινωνία που είχαν, τον πιέζει να αποδεχθεί την πραγματικότητα επί του πεδίου της μάχης…
Οι Εμμανουέλ Μακρόν, Κιρ Στάρμερ και Τζόρτζια Μελόνι έστειλαν τα συγχαρητήριά τους και το ίδιο έκανε και η Ευρωπαία Επίτροπος Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, δηλώνοντας ότι ελπίζουν σε ενίσχυση της συνεργασίας. Οι αναλύσεις όμως ισχυρίζονται ότι είναι όλοι τους τρομοκρατημένοι, καθώς ο Τραμπ εκφράζει μια πολύ πιο εχθρική πολιτική εναντίον τους, μέσω δασμών και άλλων μοχλών πίεσης όπως το ΝΑΤΟ.
Η δεύτερη εποχή Τραμπ είναι γεγονός και πολλά ερωτήματα υπάρχουν ως προς το τι θα υλοποιήσει τελικά από τις πολιτικές που ευαγγελίστηκε προεκλογικά, οι οποίες ασφαλώς δεν έχουν τίποτα υπέρ του αμερικάνικου λαού. Αυτή τη φορά, με μεγαλύτερο έλεγχο του κράτους, όπως διαφαίνεται από τα εκλογικά αποτελέσματα και προσεκτικότερες επιλογές στη νέα διοίκηση, αναμένεται να έχει μια πιο ανεμπόδιστη ή μάλλον αχαλίνωτη θητεία για να εφαρμόσει την πολιτική των κύκλων που τον δημιούργησαν και τον στήριξαν…