Όσο η κυβέρνηση Μητσοτάκη συνεχίζει την κλιμάκωση της αντιλαϊκής πολιτικής της και με την πάροδο του χρόνου εισπράττει ως αποτέλεσμά της μια διευρυνόμενη λαϊκή αντίθεση και τη μείωση της στήριξής της από τους ψηφοφόρους της, που αποτυπώνεται και σε διαδοχικά γκάλοπ, τόσο περισσότερο αναλώνεται σε μια προπαγάνδα διαχείρισης της φθοράς της, σε κινήσεις αντιμετώπισης των εσωκομματικών προβλημάτων που αυτή της δημιουργεί.
Στους λόγους του Μητσοτάκη περιγράφονται τυποποιημένες πλασματικές εικόνες της εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής της κυβέρνησης. Γίνεται συνεχής προσπάθεια εξαπάτησης του ακροατηρίου της. Βαρύγδουπες δηλώσεις του πως είναι «οριστική και μη αναστρέψιμη η πορεία ανάκαμψης της οικονομίας» και ότι η Ελλάδα είναι «πλέον στην Ευρώπη παράδειγμα προς μίμηση σε μια δυναμική ανάπτυξη» ηχούν σαν προκλητική ειρωνεία στα αυτιά του ελληνικού λαού. Πρώτα απ’ όλα γιατί ο ίδιος δεν βιώνει στην καθημερινότητά του καμιά «οικονομική ανάκαμψη» και «ανάπτυξη» αλλά αντίθετα με τους μισθούς και τις συντάξεις φτώχειας, την ακρίβεια, τη φορολεηλασία του, τη διάλυση των κοινωνικών υπηρεσιών ζει μια πολυετή οικονομική πραγματικότητα εντελώς αντίστροφη από τις ψευδείς περιγραφές του Μητσοτάκη. Και δεύτερο, γιατί ακόμα και τα ίδια επίσημα στοιχεία διαψεύδουν τα όσα ισχυρίζεται η μητσοτακική ρητορική, καθώς μαρτυρούν πως η κυβερνητική πολιτική έχει βυθίσει την Ελλάδα στα τελευταία σκαλιά της ευρωπαϊκής φτώχειας και την κρατά αιχμάλωτη σε μια πορεία αυξανόμενου χρέους και χρεοκοπημένης χώρας.
Η οικονομική ζωή που έχει διαμορφώσει και διαμορφώνει η κυβέρνηση της ΝΔ για τον ελληνικό λαό είναι μια ζωή φαρμακερής ακρίβειας. Αυτήν την τροφοδοτεί διαρκώς η κυβερνητική πολιτική «ανάπτυξης» των κερδών του μεγάλου κεφαλαίου που θεσμοθετεί, διαρκώς, μέτρα σε αυτήν την κατεύθυνση όπως, για παράδειγμα, το νέο «διζωνικό» τιμολόγιο ρεύματος που θα εξυπηρετήσει τα μονοπώλια ενέργειας που έχουν φωτοβολταϊκά πάρκα.
Είναι μια ζωή καθήλωσης των μισθών σε επίπεδα φτώχειας, που η κυβέρνηση Μητσοτάκη θέλει να την μονιμοποιήσει τώρα και με τη θεσμοθέτηση «αυτομάτου μηχανισμού» επιβολής του κατώτατου μισθού, ο οποίος θα παγιώσει εσαεί το μνημονιακό νόμο που έβαλε στον πάγο τις συλλογικές διαπραγματεύσεις για την Εθνική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας.
Είναι μια ζωή άγριας φορολογικής αφαίμαξης των λαϊκών στρωμάτων, όπως δείχνουν και τα τεράστια φορολογικά έσοδα του 2024 (49 δισ(!), αυξημένα κατά 2,9 δισ(!) το πρώτο 9μηνο του τρέχοντος έτους) και ακόμα περισσότερα το 2025. Μια τεράστια φορολεηλασία συντελείται, που εγείρει τη λαϊκή δυσφορία, την οποία ο Μητσοτάκης προσπαθεί να την διασκεδάσει με υποσχέσεις για μείωση φόρων… μέχρι το 2027 και με απάτες ότι δήθεν η μεγάλη αύξηση των φόρων οφείλεται στην «καταπολέμηση της φοροδιαφυγής» και όχι στη μεγάλη ακρίβεια που προκαλούν η αισχροκέρδεια και οι υπερμεγέθεις έμμεσοι φόροι, τους οποίους η κυβέρνηση επίμονα αρνείται να μειώσει. Και βέβαια μπορεί να δει κανείς και πού διοχετεύει αυτά τα τεράστια φοροέσοδα η κυβέρνηση: Κατά πρώτο στους δανειστές του κράτους και κατά δεύτερο στους μεγαλοεπενδυτές κεφαλαιοκράτες. Στους δεύτερους ο Κυρ. Μητσοτάκης ανακοίνωσε πρόσφατα ότι θα δώσει μέσω «δράσεων του αναπτυξιακού νόμου» ένα νέο πακέτο 3,3 δισ. Αντίθετα, και στο νέο κρατικό προϋπολογισμό οι δαπάνες για τη δημόσια υγεία, παιδεία και κοινωνική ασφάλιση παγώνουν ή συρρικνώνονται. Μάλιστα στη δημόσια κοινωνική ασφάλιση οι συνεχείς μειώσεις ασφαλιστικών εισφορών που κάνει η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχουν σαν συνέπεια να ψαλιδίζονται τα αποθέματά της και να υπονομεύεται το μέλλον των ασφαλιστικών παροχών, ενώ ευνοείται η εργοδοσία. Παράλληλα, η πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων -που τις συνέπειες της ανέδειξε με τραγικό τρόπο των σιδηροδρομικό έγκλημα των Τεμπών- καλά κρατεί, με τον υπουργό Οικονομικών Κ. Χατζηδάκη να προαναγγέλλει νέα ιδιωτικοποίηση-μαμούθ όλων των ακινήτων του δημοσίου που ανήκουν τώρα στην Εταιρεία Ακινήτων του Δημοσίου.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη προσπαθεί διαρκώς να συγκαλύψει τη σκανδαλώδη σε βάρος του λαού οικονομική πολιτική της όχι μόνο με μια προπαγάνδα απάτης, αλλά και με την καταστολή των αντιδράσεων που προκαλεί και με μεθοδεύσεις κουκουλώματος των σκανδάλων που δημιουργεί.
Τελευταία δείγματά της σε αυτήν την κατεύθυνση είναι η παρέμβασή της στο σκάνδαλο της Novartis, η επίθεση ευρωβουλευτή της στις οικογένειες των θυμάτων των Τεμπών, η έξωση 90χρονης από το σπίτι της με την επιστράτευση των ΜΑΤ, η δικαστική κίνησή της να απαγορεύσει την απεργία των δασκάλων, οι διώξεις κατά καθηγητών με ενεργοποίηση για πρώτη φορά αυταρχικών διαδικασιών για την απόλυσή τους λόγω της αντίθεσής τους στην κυβερνητική πολιτική για την εκπαίδευση.
***
Δεν είναι μόνο η εσωτερική πολιτική της κυβέρνησης σκανδαλώδης. Είναι και η εξωτερική πολιτική της που δρομολογείται σε πλήρη εξάρτηση με τις γεωπολιτικές επιδιώξεις του αμερικανοΝΑΤΟικού παράγοντα και τα αποτελέσματά της είναι:
-Να έχει συρθεί η Ελλάδα σε μια επικίνδυνη εμπλοκή στον πόλεμο της Μέσης Ανατολής στο πλευρό του σιωνιστικού κράτους του Ισραήλ και εναντίον του Παλαιστινιακού λαού, στέλνοντας ελληνικά πολεμικά πλοία στην Ερυθρά Θάλασσα και στη θάλασσα της Συρίας, εφόδια και καύσιμα στο στρατό του Ισραήλ, κάνοντας το έδαφος της χώρας ορμητήριο των στρατευμάτων των ΗΠΑ που κατευθύνονται στη Μέση Ανατολή για να στηρίξουν τις γενοκτονικές πολεμικές επιχειρήσεις του Νετανιάχου.
-Να έχει εμπλακεί η Ελλάδα και στον άλλο πόλεμο στην Ουκρανία, σαν στήριγμα και του Ζελένσκι και σαν διάδρομος αποστολής δυτικού πολεμικού εξοπλισμού στην Ουκρανία. Τελευταίο βήμα σε αυτήν την κατεύθυνση η προ ημερών η συμφωνία που υπέγραψε ο Μητσοτάκης με το Ζελένσκι η οποία προβλέπει ότι η Ελλάδα στηρίζει και θα συνεχίζει να στηρίζει την Ουκρανία με πολεμικό υλικό και στρατιωτική εκπαίδευση, με την χρήση της Αλεξανδρούπολης και της Θεσσαλονίκης ως πέρασμα της ευρωΝΑΤΟικής στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία, με «συνέργειες» των πολεμικών βιομηχανιών των δύο χωρών και μελλοντική συνεργασία για επενδυτική δραστηριότητα ελληνικών επιχειρήσεων στην «αγορά» της Ουκρανίας.
-Να στρώνεται ο δρόμος για την εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων στο Αιγαίο μέσω του «ελληνοτουρκικού διαλόγου», με συζητήσεις που μένουν κρυφές στα ουσιαστικά ζητήματα των κυριαρχικών δικαιωμάτων και με δηλώσεις προετοιμασίας της κοινής γνώμης, σαν αυτή του υπουργού Εξωτερικών Γ. Γεραπετρίτη ότι «δεν με νοιάζει αν με πουν μειοδότη»!
Αλλά η κυβερνητική πολιτική, που έχει καταντήσει την Ελλάδα διαρκή οικονομικό «ασθενή» που ζητά -με συμπεριφορά εθνικής υποτέλειας στην ΕΕ και στις ΗΠΑ- βοήθεια για τα οικονομικά της προβλήματα αλλά και για τα προβλήματα της εξωτερικής πολιτικής της και των εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων της, δεν μπορεί παρά να φέρνει τη χώρα σε μια υποτιμητική θέση. Παρά τις κορώνες του Μητσοτάκη περί «δυναμικής» Ελλάδας, την κάνει υποχείριο των σχεδίων των δυτικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και αντιμετωπίζεται απαξιωτικά από αυτές. Αυτό, ακριβώς, υπογράμμισε η πρόσφατη απαξιωτική στάση του Προέδρου της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ απέναντι στο ζήτημα των γερμανικών αποζημιώσεων για την ναζιστική κατοχή που του το έθεσαν «απαλά» ο Κυρ. Μητσοτάκης και η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κ. Σακελλαροπούλου. Στον μεν πρώτο η απάντηση του γερμανού Προέδρου ήταν μια προκλητική αγνόηση του θέματος που έθεσε. Στη δε δεύτερη της δήλωσε κοφτά πως «το θέμα για τη Γερμανία θεωρείται λήξαν». Με τον Κυρ. Μητσοτάκη και την κυβέρνησή του -παρά την προσβλητική γερμανική απάντηση- να μη βγάζουν στη συνέχεια «άχνα» και να σιωπούν.
***
Αυτή η κυβερνητική πολιτική, που συσσωρεύει τέτοια προβλήματα και ταυτόχρονα αποδυναμώνει την επιρροή του κυβερνητικού κόμματος, συσσωρεύει εσωκομματικές γκρίνιες και ήδη έχει ανακινήσει εσωκομματικές αντιθέσεις. Τέτοιες αντιθέσεις είναι πλέον έντονα ορατές από τις αποστάσεις που έχουν πάρει από την πολιτική Μητσοτάκη οι πρώην πρωθυπουργοί και αρχηγοί της ΝΔ Κ. Καραμανλής και Α. Σαμαράς. Η κριτική που άσκησαν σε δημόσια εκδήλωση προς την πολιτική Μητσοτάκη το περασμένο καλοκαίρι, η απουσία τους από την εκδήλωση της ΝΔ για τα 50χρονα της ίδρυσής της πριν λίγο καιρό, η επανάληψη της κριτικής Σαμαρά για τα εθνικά θέματα από την Κύπρο και η οξεία απάντηση του Μητσοτάκη για τους «πιο πατριώτες απ’ ό,τι είμαστε όλοι εμείς (που) υποψιάζομαι ότι σε μια πραγματική κρίση θα ήταν οι πρώτοι που θα έβαζαν την ουρά στα σκέλια». Όλα αυτά δείχνουν το κλίμα που έχει διαμορφωθεί μέσα στη ΝΔ.
Και δεν είναι μόνο αυτά. Είναι και το ιδιόρρυθμο «αντάρτικο» βουλευτών της ΝΔ να θέτουν στη Βουλή ερωτήματα στην κυβέρνηση για τα «κόκκινα δάνεια», για το ακριβό ρεύμα κλπ, ένας εκ των οποίων, ο Γ. Βλαχος, διαμήνυσε ότι δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη η ψήφος του ούτε σε ψηφοφορίες για νομοσχέδια ούτε για την Προεδρία της Δημοκρατίας.
Ο Κυρ. Μητσοτάκης προσπαθεί να «μαζέψει» αυτήν την κατάσταση με εσωτερικές «καθησυχαστικές» συζητήσεις με στελέχη, βουλευτές και ευρωβουλευτές της ΝΔ, ενώ δηλώνει ότι «δεν σχολιάζει τις τοποθετήσεις των πρώην προέδρων της ΝΔ» για να μην οξυνθούν κι άλλο οι εσωκομματικές τριβές.
Είναι φανερό ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει μπει σε μια περίοδο φθοράς, που επιχειρεί να τη συγκρατήσει και να την αντισταθμίσει με αντιδημοκρατικές μεθοδεύσεις, όπως με την αλλαγή του εκλογικού νόμου που «πέταξε» ως «λαγός», συνήθως, ο Αδ. Γεωργιάδης. Τον άλλο χρόνο είναι εκλογή Πρόεδρου της Δημοκρατίας και αυτό θα τροφοδοτήσει και άλλες διεργασίες.
Το ζητούμενο είναι η ακόμα μεγαλύτερη απομόνωση της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Και προς αυτήν την κατεύθυνση έχει μεγάλη σημασία οι κινητοποιήσεις και για την επέτειο του Πολυτεχνείου και για την εργατοϋπαλληλική απεργία της 20ης Νοέμβρη να μετατραπούν σε βήματα της πιο μαζικής καταγγελίας και καταδίκης της κυβερνητικής πολιτικής.