Αύριο διεξάγονται εκλογές για την ανάδειξη προέδρου στο ΠΑΣΟΚ και στις 24 Νοεμβρίου στο ΣΥΡΙΖΑ. 20 χρόνια έχουν περάσει από τότε (Φεβρουάριος 2004) που ο Γ. Παπανδρέου εισήγαγε τη διαδικασία όπου ο οποιοσδήποτε μπορεί να προσέρχεται στις κομματικές κάλπες και να ψηφίζει για πρόεδρο, αρκεί να καταβάλει ένα ευτελές αντίτιμο (2 ευρώ). Δεν απαιτείται να είναι κομματικό μέλος, ούτε καν ψηφοφόρος του συγκεκριμένου κόμματος. Μπορεί να ψηφίζει ή και να ανήκει σε οποιοδήποτε άλλο κόμμα! Και από τότε στο ΠΑΣΟΚ, αλλά και στη ΝΔ και το ΣΥΡΙΖΑ αργότερα, καθιερώθηκε σαν η αναντικατάστατη μέθοδος εκλογής προέδρου.

Όλη αυτή η απαξίωση και ακύρωση βασικών εσωκομματικών διεργασιών και διαδικασιών προβλήθηκε -με ενθουσιώδεις αναλύσεις- σαν «έκρηξη δημοκρατίας» και «πρωτόγνωρο εγχείρημα». Προβάλλοντας, μάλιστα, το ιδεολόγημα περί «συμμετοχικής δημοκρατίας» επιχείρησαν και επιχειρούν να περάσουν το απατηλό μήνυμα ότι διαμορφώνονται προϋποθέσεις για πλατιά και ουσιαστική συμμετοχή των πολιτών στη ζωή των κομμάτων και το πολιτικό γίγνεσθαι του τόπου.

Πρόκειται για μια μεθόδευση αμερικανικής έμπνευσης και προέλευσης. Στην πραγματικότητα, ο λεγόμενος «ισχυρός πολίτης» δεν αποτελεί το «κέντρο» και δεν «αποφασίζει άμεσα», όπως διατυμπανίζουν. Απλώς, προσδίδει ισχύ στον εκάστοτε αναδεικνυόμενο πρόεδρο μέσα από χαλαρές και απολιτικές διαδικασίες. Η εκλογή του Στ. Κασσελάκη, πριν ένα χρόνο, είναι η μεγαλύτερη απόδειξη. Τα όσα διαδραματίζονται αυτή την περίοδο στις γραμμές του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ, επίσης, το επιβεβαιώνουν εμφατικά. Όχι μόνο απουσιάζουν διαδικασίες πολιτικοποίησης και προβληματισμού αλλά κυριαρχεί ο πλήρης ευτελισμός κάθε ιδεολογίας και πολιτικής, είτε στον «πολιτικό πολιτισμό» που επιδεικνύει το ΠΑΣΟΚ με τα υπόγεια «συντροφικά» μαχαιρώματα είτε -πολύ περισσότερο- στις απερίγραπτες χυδαιότητες και τους σκυλοκαβγάδες του ΣΥΡΙΖΑ που εκτυλίσσονται σε δημόσια θέα.

Η περιβόητη αυτή διαδικασία αποτελεί μια ακόμη πολιτική απάτη του αστικού πολιτικού συστήματος. Καταργεί κάθε έννοια δημοκρατίας σε ένα κόμμα, μέσω δήθεν «πλατιών» διαδικασιών, και ενισχύει τα φαινόμενα αρχηγικής αυθαιρεσίας και αλαζονείας. Οι ζωντανές εσωκομματικές διαδικασίες και διεργασίες -όπου τα ενεργά μέλη κάθε συλλογικότητας συζητούν διεξοδικά, ψηφίζουν, αποφασίζουν- αντικαθίστανται από την εφήμερη εκλογική προτίμηση του κάθε τυχόντα -του «ισχυρού» υποτίθεται πολίτη- που έχει βομβαρδιστεί επικοινωνιακά και χειραγωγηθεί μέσα από κατευθυνόμενα μηνύματα και την παραπληροφόρηση των κοινωνικών δικτύων και των ΜΜΕ. Δεν είναι παρά μια κραυγαλέα περιφρόνηση και ακύρωση των οργανωμένων συλλογικοτήτων και κάθε εσωτερικής ζωής και δημοκρατίας, με τη δήθεν «εκλογή από τη βάση» να νομιμοποιεί πολιτικές επιλογές που εκπορεύονται από ισχυρά συμφέροντα και να υπηρετεί τελικά σχεδιασμούς αντιδημοκρατικούς και αντιλαϊκούς. Μόνο εκφυλισμένα αρχηγικά κόμματα που αντιστρατεύονται τις λαϊκές ανάγκες και συμφέροντα μπορούν να καταφεύγουν σε τέτοιες διαδικασίες ανάδειξης του προέδρου τους.

Η προδιαγεγραμμένη κατάληξη

Η βαθιά σήψη και η ακραία νοσηρή κατάσταση, που έχουν πλέον εδραιωθεί στο ΣΥΡΙΖΑ, εξελίσσονται με εκρηκτικό τρόπο σε ένα πρωτοφανές σκηνικό απόλυτης γελοιοποίησης και αυτοεξευτελισμού της ηγεσίας του λίγο πριν το Συνέδριο και την εκλογή νέου προέδρου. Αποκρουστικά φαινόμενα ανάμεσα σε φατρίες, ίντριγκες και χυδαιότητες δημιουργούν συνθήκες για το τελικό ξεκαθάρισμα. Είναι εξαιρετικά αμφίβολο εάν θα υπάρχει επόμενη ημέρα για το κόμμα αυτό. Είναι η προδιαγεγραμμένη κατάληξη ολοκληρωτικού εκφυλισμού μιας ηγετικής ομάδας που παρίστανε την Αριστερά για να κυβερνήσει όπως η Δεξιά.

Ένας είναι -πάντοτε- ο ρόλος και η αποστολή του ρεφορμισμού. Διασώστης των απανταχού κρατούντων. Αυτός ήταν και του ΣΥΡΙΖΑ. Έδωσε χείρα βοηθείας στην αστική εξουσία και τον ιμπεριαλισμό τη στιγμή που τους ήταν απολύτως απαραίτητη, όταν η λαϊκή ριζοσπαστικοποίηση έβαζε σε κίνδυνο την πολιτική σταθερότητα στην Ελλάδα των Μνημονίων.

Όταν ο δικομματισμός είχε ανοιχτά χρεοκοπήσει -με τη ΝΔ να έχει εξαντλήσει τα πολιτικά της καύσιμα και το ΠΑΣΟΚ να έχει καταρρεύσει- και η απαξίωση του εγχώριου αστικού πολιτικού συστήματος είχε προσλάβει πρωτοφανείς διαστάσεις, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ήρθε να δώσει πολύτιμες ανάσες στην ελληνική ολιγαρχία, την ΕΕ και τις ΗΠΑ.

Ο εκ νέου εγκλωβισμός και χειραγώγηση των χειραφετημένων λαϊκών στρωμάτων απαιτούσε έναν ελεγχόμενο υποδοχέα της λαϊκής αμφισβήτησης και της αριστερής στροφής ενός σημαντικού τμήματος της ελληνικής κοινωνίας. Και ο ΣΥΡΙΖΑ, με ένα ηγετικό επιτελείο προσηλωμένο στη ρεφορμιστική του αποστολή, αποτέλεσε την ενδεδειγμένη διέξοδο. Εκτινάχθηκε στην κεντρική αστική πολιτική σκηνή, με τις ευλογίες εγχώριων ισχυρών κύκλων και του ξένου παράγοντα.

Οι συνθήκες οξύτατης οικονομικής, πολιτικής και κοινωνικής κρίσης και το πλέγμα της ασφυκτικής ιμπεριαλιστικής εξάρτησης της χώρας έβαλαν, εξ αρχής, ασφυκτικά όρια στον εδραιωμένο ρεφορμισμό του. Δεν του επέτρεψαν την «πολυτέλεια» ούτε μιας τυπικά σοσιαλδημοκρατικής διαχείρισης.

Μετά από ένα εξάμηνο παλινωδιών το 2015, αλλοπρόσαλλων τακτικισμών και ακατάσχετης δημαγωγίας για δήθεν σκληρή διαπραγμάτευση, υποκλίθηκε ανοιχτά στην ιμπεριαλιστική ισχύ. Συμμορφώθηκε στις εντολές των δανειστών και της εγχώριας ολιγαρχίας και ενίσχυσε το μνημονιακό εφιάλτη, με το τρίτο Μνημόνιο. Εξάγνισε, έτσι, την πολιτική του συμβιβασμού και της υποταγής στους δανειστές και δικαίωσε το μήνυμα πως δεν υπάρχει άλλη διέξοδος, παρά μόνο αυτή, μέσα σε μνημόνια, ελέγχους και επιτροπείες, τον περιβόητο «μονόδρομο».

Νομιμοποίησε τη στρατηγική της ελληνικής ολιγαρχίας για ένταξη και αδιαμφισβήτητη παραμονή στην ΕΕ και την ευρωζώνη. Και υπηρέτησε πειθήνια το περίφημο δόγμα της ξενοδουλείας «ανήκομεν εις την Δύσιν», την πολιτική υποταγής στις ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και την ΕΕ, αναδεικνυόμενος σε δραστήριο διεκπεραιωτή των αμερικανονατοϊκών συμφερόντων και σχεδιασμών.

Και όλα αυτά, τη συνέχιση της λεηλασίας και της υποδούλωσης του λαού και της χώρας, τα έπραξε στο όνομα της Αριστεράς. Για να εμφανίζονται δικαιωμένοι όλοι οι μνημονιόδουλοι. Για να επιχαίρουν οι κάθε λογής αντιδραστικοί και να αρπάζουν τη μοναδική αυτή ευκαιρία για να δυσφημούν και να αμαυρώνουν τα οράματα, την ιδεολογία και την πολιτική της Αριστεράς, να δυναμώνουν το αντιαριστερό, αντικομμουνιστικό τους παραλήρημα.

Και, βεβαίως, ήρθε ο λογαριασμός. Όταν η αποστολή εξετελέσθη, όταν οι μύθοι και οι πλάνες στέρεψαν και οι τελευταίες ρεφορμιστικές αυταπάτες διαλύθηκαν, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, με τη σειρά της, εισέπραξε τα επίχειρα της αντιλαϊκής πολιτικής που εφάρμοσε. Όπως ακριβώς οι προκάτοχοί της, ήρθε αντιμέτωπη με την αποδοκιμασία ευρύτατων λαϊκών στρωμάτων για τα δεινά που τους επεφύλαξε. Η λαϊκή ανοχή εξαντλήθηκε. Η μεγάλη φθορά, η βαριά ήττα ήταν αναπόφευκτες. Και καταδικάστηκε. Και καταψηφίστηκε.
Η διάψευση των ελπίδων και η νομιμοποίηση -στη λαϊκή συνείδηση- της αντιδραστικής προπαγάνδας πως είναι ανέφικτη, τελικά, η προοπτική μιας άλλης κοινωνίας, όπου ο λαός θα ορίζει την τύχη του, δημιούργησε συνθήκες συντηρητικής πολιτικής μετατόπισης και έφερε στο κατώφλι της κυβερνητικής εξουσίας τη ΝΔ και τον Κυρ. Μητσοτάκη. Στη συνέχεια, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ως συναινούσα, στην πραγματικότητα, αξιωματική αντιπολίτευση ενίσχυσε ακόμη περισσότερο τη δεξιά διακυβέρνηση. Και μετά πέρασε στα αζήτητα, όπως κάθε στυμμένη λεμονόκουπα…

Δεν είναι, λοιπόν, ο Κασσελάκης ο κατ’ εξοχήν υπεύθυνος για τους νοσηρούς κλυδωνισμούς και το σημερινό θλιβερό διασυρμό και κατάληξη. Ο Κασσελάκης και ό,τι θα ακολουθήσει είναι προϊόντα και αναπόφευκτη εξέλιξη στην πορεία της πλήρους προσαρμογής και εκφυλισμού του ΣΥΡΙΖΑ που ο πρώην αδιαμφισβήτητος ηγέτης (Αλ. Τσίπρας), με τη συνέργεια όλης της ηγετικής ομάδας, τροχοδρόμησε.