Σε ένα ήδη υποστελεχωμενο ΕΣΥ, με τεράστια κενά και ελλείψεις σε υγειονομικό προσωπικό και εξοπλισμό, οι εργαζόμενοι καλούνται να αντιμετωπίσουν αυξημένες νοσηλείες και αυξημένη προσέλευση στα επείγοντα λόγω έξαρσης των ιώσεων.
Εξοντωτικές συνθήκες για γιατρούς, νοσηλευτές και προσωπικό του ΕΚΑΒ, τεράστια ταλαιπωρία για τους ασθενείς που νοσηλεύονται και για όσους προσέρχονται στα επείγοντα. Τεράστιες ελλείψεις και υποστελέχωση στις μονάδες εντατικής θεραπείας, ανύπαρκτη πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας.
Πολύωρες αναμονές στα επείγοντα, ράντζα στους διαδρόμους των κλινικών, ιδιαίτερα ασφυκτική η κατάσταση στα παιδιατρικά νοσοκομεία της χώρας, καθώς και στις πνευμονολογικές και παθολογικές κλινικές. Εκτός των σοβαρών ελλείψεων προσωπικού που ήδη αντιμετωπίζουν τα νοσοκομεία, υπάρχουν και ελλείψεις προσωπικού λόγω κορωνοϊού και αναρρωτικών αδειών. Η πανδημία όχι απλά δεν αποτέλεσε αφορμή ή «μάθημα» για τους κυβερνώντες ώστε να ενισχύσουν το ΕΣΥ όπως έλεγαν στις αρχές της πρώτης καραντίνας, αλλά αντιθέτως αξιοποιήθηκε για να εμπεδωθεί η διάλυση της δημόσιας υγείας ως μία «κανονικότητα», και η ατομική ευθύνη ως «απάντηση» μπροστά στις τεράστιες ανεπάρκειες.
Τρία χρόνια μετά την πανδημία, το ΕΣΥ λειτουργεί με 2.500 λιγότερους μόνιμους εργαζόμενους. Τρία χρόνια μετά, μπροστά στις ασφυκτικές συνθήκες που επικρατούν στα νοσοκομεία, κανείς από τους επιφανείς προσκεκλημένους των ΜΜΕ (υπουργούς, υφυπουργούς, και ειδικούς επιστήμονες) δεν ασχολείται με τις ελλείψεις του ΕΣΥ, κανείς δεν μιλάει για προσλήψεις ή άνοιγμα νέων ΜΕΘ και βέβαια κανένας δημοσιογράφος δεν απευθύνει τέτοιου είδους ερωτήματα.
Τρία χρόνια μετά, το μόνο που παραμένει επίκαιρο στη συζήτηση είναι η ατομική προστασία και η ατομική ευθύνη, όλη η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από τη μάσκα, τα μέτρα ατομικής υγιεινής και την έλλειψη συνείδησης όσον αφορά στη σοβαρότητα της κατάστασης. Μάλιστα η αναπληρώτρια υπουργός υγείας, Ειρήνη Αγαπηδάκη, έχει το θράσος να δηλώνει δημόσια ότι «δυστυχώς οι πολίτες ευαισθητοποιούνται μόνο όταν χάνουν έναν δικό τους άνθρωπο», και βέβαια στα φιλόξενα για τους κυβερνητικούς εκπροσώπους τηλεοπτικά πάνελ κανείς δεν βρίσκεται να ρωτήσει την κ. Αγαπηδάκη, για ποιον λόγο δεν έχουν καλυφθεί τα κενά στα δημόσια νοσοκομεία και για ποιον λόγο αναγκάζονται σήμερα μικρά παιδιά να περιμένουν σε ουρές των Τ.Ε.Π. τέσσερις, πέντε ή και έξι ώρες.
Αυτό που συμβαίνει τώρα ήταν απολύτως αναμενόμενο ενημερώνουν οι «ειδικοί», όχι απλά επειδή είναι χειμώνας και όπως κάθε χειμώνα έτσι και τώρα έχουμε έξαρση των ιώσεων, αλλά επιπλέον «επειδή έχουμε υποστεί ανοσοανεπάρκεια αφού για μεγάλο διάστημα κατά τη διάρκεια της πανδημίας δεν είχαμε έρθει σε επαφή με αυτά τα παθογόνα. Για τα επόμενα χρόνια θα έχουμε τέτοιες κρίσεις που θα ταλανίζουν πολύ κόσμο και πολλές οικογένειες. Θα νοσηλευτούν πολλοί και θα κινδυνέψει η υγεία τους», αυτά δηλώνει ο καθηγητής Πνευμονολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, Νίκος Τζανάκης, και δεν είναι ο μόνος.
Και ενώ αυτά διατυπώνονται δημόσια σε πάνελ καναλιών πανελλαδικής εμβέλειας, κανείς δεν εγκαλεί την κυβέρνηση και το υπουργείο για τις τεράστιες ελλείψεις που υπάρχουν στα νοσοκομεία και την αποκλειστική ευθύνη που φέρουν για την ασφυκτική κατάσταση που αντιμετωπίζουν εργαζόμενοι και ασθενείς, αντιθέτως όλα τα βέλη στρέφονται στους πολίτες και στο κατά πόσο λαμβάνουν ή όχι μέτρα ατομικής προστασίας. Είναι οι ίδιοι «ειδικοί» άλλωστε που αξιοποιήθηκαν και στην περίοδο της πανδημίας για να απαλλάξουν την κυβέρνηση και το υπουργείο από τις ευθύνες τους και να στρέψουν τα βέλη στους πολίτες και την ατομική ευθύνη που δεν παίρνουν. Είναι οι ίδιοι ειδικοί που υποστήριξαν τον υποχρεωτικό εμβολιασμό και τα πρόστιμα, για να έρθουν σήμερα να πουν ότι ο πληθυσμός έχει ανοσοανεπάρκεια και άρα θα κινδυνέψει η υγεία πολλών. Είναι οι ίδιοι ειδικοί που ποτέ δεν κούνησαν το δάχτυλο στους υπουργούς που από τότε μέχρι σήμερα διαμορφώνουν εργασιακά κάτεργα στα δημόσια νοσοκομεία και επικίνδυνες συνθήκες νοσηλείας για τους ασθενείς, αλλά σε κάθε ευκαιρία ενισχύουν το αφήγημα της ατομικής ευθύνης.
Μπροστά στη σημερινή ασφυκτική κατάσταση καμία ατομική ευθύνη δεν μπορεί να αποτελέσει «αντίδοτο» ή λύση. Τα δημόσια νοσοκομεία πρέπει άμεσα να ενισχυθούν με προσωπικό και εξοπλισμό, να παρθούν τώρα μέτρα για την ενίσχυση της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας και των κέντρων υγείας, ώστε να αποσυμφορηθούν τα νοσοκομεία, να γίνουν άμεσα προσλήψεις μόνιμου προσωπικού και να μονιμοποιηθούν όλοι οι συμβασιούχοι και επικουρικοί γιατροί.
Καμία ανοχή στην διάλυση του ΕΣΥ και την ενίσχυση της ιδιωτικής υγείας, που υπηρετεί η κυβερνητική πολιτική και το υπουργείο υγείας, καμία ανοχή στο ιδεολόγημα της ατομικής ευθύνης που στόχο έχει την εμπέδωση της διάλυσης του ΕΣΥ και συνολικά της κρατικής πρόνοιας ως μία νέα κανονικότητα.