Ενώ οι ρωσο-ουκρανικές μάχες συνεχίζονται ακατάπαυστα, ο πόλεμος ωθείται σε μια ακόμα πιο καταστροφική πορεία. Όχι μόνο γιατί η έντασή του δυναμώνει από το γεγονός ότι η Ρωσία κινητοποιεί ισχυρότερες στρατιωτικές δυνάμεις και όπλα στο πολεμικό μέτωπο και η Δύση ενισχύει τον ουκρανικό στρατό με βαρύτερους και σύγχρονους εξοπλισμούς. Αλλά και γιατί η κλιμάκωσή του οδηγεί σε πολύ επικίνδυνα παιχνίδια με πυρηνικά όπλα και εκτρέφει την απειλή τού μετασχηματισμού του σε άμεση πολεμική αντιπαράθεση ΗΠΑ-ΝΑΤΟ και Ρωσίας. Προανακρούσματα μιας τέτοιας απειλής δίνουν τα διαδοχικά επεισόδια της κατάρριψης αμερικάνικου μη επανδρωμένου αεροσκάφους στη Μαύρη Θάλασσα (κατασκοπευτικό drone) και των αναχαιτίσεων αμερικάνικων και ρώσικων μαχητικών στη Βαλτική και στην Αλάσκα. Παρόμοιο προμήνυμα στέλνουν και οι ρωσικές δηλώσεις πως οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ «συμμετέχουν απευθείας στον πόλεμο», ότι ο πόλεμος της Δύσης με τη Ρωσία «δεν είναι υβριδικός» αλλά «πραγματικός» (δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών της Ρωσίας Σ. Λαβρόφ), ότι «οι χώρες του NATO αποτελούν μέρος της σύγκρουσης στην Ουκρανία» (δήλωση του γραμματέα του Συμβουλίου Ασφαλείας της Ρωσίας, Ν. Πατρούσεφ), οι οποίες ερμηνεύτηκαν και ως προειδοποίηση για πόλεμο της Ρωσίας και με άλλα κράτη της Δύσης.
Το έδαφος για μια πολύ πιο ανησυχητική εξέλιξη της αντιπαράθεσης Ρωσίας-Δύσης λιπαίνεται διαρκώς από διαδοχικές πολιτικές και στρατιωτικές κινήσεις των δυο πλευρών, οι οποίες οξύνουν παραπέρα τη σύγκρουση. Η ενέργεια της Δύσης να εκδώσει μέσω του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (ΔΠΔ) «ένταλμα σύλληψης» του Πούτιν για «εγκλήματα πολέμου», για να το χρησιμοποιήσει ως μέσο πολιτικής πίεσης προς τη Ρωσία, δεν είχε σαν αποτέλεσμα παρά να ρίξει και άλλο λάδι στη φωτιά. Προς ειρωνεία τής πολιτικής σκοπιμότητας και της υποκρισίας αυτής της ενέργειας, να θυμίσουμε πως ούτε οι ΗΠΑ ούτε η Ρωσία αναγνωρίζουν τη δικαιοδοσία του ΔΠΔ! Ωστόσο, αυτό δεν εμπόδισε τον αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Αντ. Μπλίνκεν να καλέσει όσα κράτη είναι μέλη του ΔΠΔ να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους, δηλαδή να συλλάβουν τον Πούτιν αν βρεθεί στο έδαφός τους! Η αντίδραση της Ρωσίας ήταν μια πολεμική απάντηση του αντιπρόεδρου του ρωσικού Συμβουλίου Ασφαλείας, Ντμ. Μεντβέντεφ, πως σύλληψη του Πούτιν σημαίνει «κήρυξη πολέμου εναντίον της Ρωσίας». Όπως είπε, χαρακτηριστικά, «αν μεταβεί, για παράδειγμα, στη Γερμανία και συλληφθεί» τότε «όλες οι δυνατότητές μας, πυραυλικές και άλλες, θα πέσουν πάνω στην Μπούντεσταγκ, στο γραφείο του καγκελάριου και ούτω καθεξής»!
Ενώ η Δύση αποφάσιζε αυτή τη χοντροκομμένη ενέργεια πολιτικής πίεσης προς τη Ρωσία, η τελευταία υλοποιούσε μια πολιτική κίνηση ιδιαίτερα σημαντική για την αντιπαράθεσή της με τη Δύση: στη Μόσχα ο πρόεδρος της Ρωσίας είχε συνάντηση με τον πρόεδρο της Κίνας. Οι συζητήσεις του Πούτιν με τον Σι Τζινπίνγκ απέδωσαν την «Κοινή δήλωση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και της Ρωσικής Ομοσπονδίας σχετικά με την εμβάθυνση της συνολικής στρατηγικής εταιρικής σχέσης συντονισμού για τη νέα εποχή», μέσα στην οποία περιλαμβάνεται ξεχωριστή αναφορά στο ζήτημα του πολέμου της Ουκρανίας, όπου υπογραμμίζεται πως Ρωσία και Κίνα «θα παρέχουν ο ένας στον άλλο σταθερή υποστήριξη για τη διασφάλιση των αντίστοιχων βασικών συμφερόντων τους, πρώτα απ’ όλα σε θέματα κυριαρχίας, εδαφικής ακεραιότητας, ασφάλειας και ανάπτυξης», πως «αντιτίθενται σε οποιαδήποτε χώρα ή ομάδα χωρών που βλάπτει τα νόμιμα συμφέροντα ασφαλείας άλλων χωρών επιδιώκοντας στρατιωτικά, πολιτικά και άλλα πλεονεκτήματα», πως«αντιτίθενται σε οποιεσδήποτε μονομερείς κυρώσεις που δεν έχουν εγκριθεί από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ» και ότι «θα συνεργαστούν για την αποτροπή “έγχρωμων επαναστάσεων”». Σημειώνεται ακόμα πως «η ρωσική πλευρά μίλησε θετικά για την αντικειμενική και δίκαιη στάση της Κίνας στο ζήτημα της Ουκρανίας και χαιρετίζει την προθυμία της Κίνας να διαδραματίσει ενεργό ρόλο στην επίλυση της ουκρανικής κρίσης με πολιτικά και διπλωματικά μέσα και χαιρετίζει τις εποικοδομητικές προτάσεις που διατυπώνονται στο έγγραφο “Η θέση της Κίνας για την πολιτική λύση στην ουκρανική κρίση”» και ότι «για να επιλυθεί η ουκρανική κρίση, πρέπει να γίνουν σεβαστές οι νόμιμες ανησυχίες για την ασφάλεια όλων των χωρών».
Η ρωσο-κινέζικη συνάντηση κορυφής λειτούργησε για τη Ρωσία σαν πολιτικό αντίβαρο στις πιέσεις που δέχεται από τη Δύση προσθέτοντας στη ρωσο-δυτική αντιπαράθεση νέα ένταση αλλά και τη διευρυμένη διάσταση μιας παγκόσμιας ιμπεριαλιστικής αντιπαράθεσης ανάμεσα σε Δύση και Ανατολή, μεταξύ ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ και Ρωσίας-Κίνας.
***
Μέσα σε αυτό το όλο και πιο «καυτό» κλίμα των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, η φλόγα του πολέμου στην Ουκρανία φουντώνει και ο κίνδυνος να χρησιμοποιηθούν σε αυτόν πιο ολέθρια πολεμικά μέσα αυξάνεται. Αυτό, ακριβώς, επιβεβαιώνει και η ανακοίνωση της βρετανίδας υφυπουργού Άμυνας Αναμπέλ Γκόλντι ότι το Λονδίνο, εκτός από τα άρματα μάχης Challenger 2, θα δώσει πυρομαχικά στις ένοπλες δυνάμεις της Ουκρανίας που θα συμπεριλαμβάνουν οβίδες τεθωρακισμένων που περιέχουν απεμπλουτισμένο ουράνιο. Όπλα απεμπλουτισμένου ουρανίου χρησιμοποίησαν τα αμερικανικά στρατεύματα κατά την Επιχείρηση Καταιγίδα της Ερήμου το 1991, στο βομβαρδισμό της Γιουγκοσλαβίας το 1999 και κατά την εισβολή στο Ιράκ το 2003. Και είναι γνωστό πως, με τη ραδιενέργεια που εκπέμπουν, προκάλεσαν τεράστιες και μακροπρόθεσμες εγκληματικές καταστροφές. Παρ’ όλα αυτά ο εκπρόσωπος του υπουργείου Άμυνας της Βρετανίας έσπευσε να συμπληρώσει την ανακοίνωση της υφυπουργού του με την προκλητική δήλωση πως …«ανεξάρτητη έρευνα» είχε διαπιστώσει πως η επίπτωση στην προσωπική υγεία και στο περιβάλλον από τη χρήση πυρομαχικών απεμπλουτισμένου ουρανίου «πιθανό να είναι χαμηλή». Δήλωση που δείχνει σε τι κτηνώδες σημείο μπορούν να φτάσουν οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και στον πόλεμο στην Ουκρανία.
Η αποστολή και η χρήση στην Ουκρανία ραδιενεργών όπλων προκάλεσε την σφοδρή αντίδραση της Ρωσίας, η οποία δια στόματος Πούτιν απάντησε πως αφού «η Δύση όντως σκοπεύει να πολεμήσει τη Ρωσία μέχρι τον τελευταίο ουκρανό», τότε «η Ρωσία θα απαντήσει ανάλογα, δεδομένου του ότι η συλλογική Δύση αρχίζει να χρησιμοποιεί όπλα που περιλαμβάνουν πυρηνικό στοιχείο». Πρόσθεσε δε ότι η Ρωσία έχει «χωρίς υπερβολή, εκατοντάδες χιλιάδες οβίδες απεμπλουτισμένου ουρανίου» και θα τις χρησιμοποιήσει στην Ουκρανία, εάν το Κίεβο προμηθευθεί τέτοιες οβίδες.
Δεν αρκέσθηκε, ωστόσο, μόνο σε αυτήν την απάντηση η Ρωσία. Ο ρώσος πρόεδρος ανακοίνωσε την ανάπτυξη ρώσικων τακτικών πυρηνικών στη Λευκορωσία, παρουσιάζοντάς την ως απάντηση στην απόφαση της Βρετανίας να στείλει στην Ουκρανία πυρομαχικά απεμπλουτισμένου ουρανίου. Θύμισε, ταυτόχρονα, πως η Ρωσία έχει σταθμεύσει στη Λευκορωσία 10 αεροσκάφη ικανά να μεταφέρουν τακτικά πυρηνικά όπλα και έχει ήδη μεταφέρει τακτικούς πυραύλους Iskander που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την εκτόξευση πυρηνικών όπλων. Με απόλυτο ιμπεριαλιστικό κυνισμό, επίσης, πρόσθεσε πως η Ρωσία κάνει αυτό που «οι ΗΠΑ κάνουν εδώ και δεκαετίες, αναπτύσσοντας τα τακτικά πυρηνικά τους όπλα στο έδαφος των συμμαχικών τους χωρών».
Παράλληλα, ο υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας Σ. Λαβρόφ γνωστοποίησε πως η Ρωσία σταματά όλες τις ειδοποιήσεις προς τις ΗΠΑ σχετικά με τα πυρηνικά, συμπεριλαμβανομένων των προειδοποιήσεων σχετικά με τις δοκιμές, σε συνέχεια της απόφασης να αναστείλει τη συμμετοχή της Ρωσίας στη συνθήκη New Start για τον έλεγχο των πυρηνικών όπλων που έχει συνάψει με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η ενδυνάμωση των απειλών για χρήση «όπλων με πυρηνικά στοιχεία» και πυρηνικών όπλων στον πόλεμο στην Ουκρανία εντείνουν φόβους στην Ευρώπη, που θα είναι και αυτή που πρώτα και κύρια θα πληγεί από τη χρήση τους. Το πώς αυτό μπορεί να επηρεάσει τη στάση της για τον πόλεμο, με δεδομένο ότι στο εσωτερικό της υπάρχουν διαφωνίες για την εξέλιξή της, είναι ένα στοιχείο που παρακολουθούν οι ΗΠΑ, για να μπορούν να στοιχίζουν τις ευρωπαϊκές χώρες πίσω τους. Αυτός είναι και ένας λόγος που εξηγεί γιατί η αμερικάνικη και η ΝΑΤΟική πλευρά έσπευσαν να μειώσουν αυτή τη φορά τις πυρηνικές απειλές της Ρωσίας με το υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ να αναφέρει πως «δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η Ρωσία σχεδιάζει να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα», το ΝΑΤΟ να επαναλαμβάνει πως «δεν έχουμε δει καμία αλλαγή στην πυρηνική στάση της Ρωσίας» και το αμερικάνικο Ινστιτούτο για την μελέτη του Πολέμου (ISW) να θεωρεί πως ο Πούτιν φοβίζει με μια πυρηνική κλιμάκωση τη Δύση, για να αποδυναμώσει την υποστήριξή της προς την Ουκρανία.
Τα παραπάνω δεν δείχνουν, ωστόσο, τίποτε άλλο παρά ότι όσο κλιμακώνεται ο πόλεμος στην Ουκρανία τόσο μεγαλώνει η απειλή για χρήση πυρηνικών. Όταν γίνεται πιο συχνή η πυρηνική ρητορική, με δηλώσεις σαν κι αυτές του υπουργού Άμυνας της Ρωσίας πως «απομένουν όλο και λιγότερα βήματα για μια πιθανή πυρηνική σύγκρουση» και του αναπληρωτή υπουργού Εξωτερικών της Ρωσίας Σεργκέι Ριαμπκόφ ότι «ο κίνδυνος πυρηνικής σύγκρουσης βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων δεκαετιών», πυκνώνουν οι παγκόσμιες ανησυχίες για μια πολύ καταστροφικότερη κλιμάκωση του πόλεμου. Απέναντι σε αυτόν το μεγάλο κίνδυνο πρέπει να σημάνει πιο ισχυρός ο αντιπολεμικός-αντιιμπεριαλιστικός συναγερμός.