Στις 22 Οκτωβρίου 2022 έπεσε η αυλαία του 20ού Συνεδρίου του ΚΚ Κίνας, το πρώτο της δεύτερης εκατονταετηρίδας του κόμματος. Το Συνέδριο από κάθε άποψη ήταν μεγάλης σημασίας. Οι αποφάσεις του θα είναι οδηγός για τον κινεζικό ιμπεριαλισμό, για τα επόμενα χρόνια. Σε μια περίοδο που θα χαρακτηρίζεται από ένταση των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών μεταξύ Ουάσιγκτον και Πεκίνου για την παγκόσμια κυριαρχία.
Αυτό αποτυπώθηκε στην προτροπή του Κινέζου προέδρου, Σι Τζινπίνγκ, στο κόμμα ώστε να είναι έτοιμο να «αντέξει τους δυνατούς ανέμους, τα ασταθή νερά και τις επικίνδυνες καταιγίδες».
O Σι φαίνεται πλέον πανίσχυρος αφού αναδείχθηκε για τρίτη φορά γενικός γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής και πρόεδρος της Κεντρικής Στρατιωτικής Επιτροπής. Κατ’ επέκταση θα παραμείνει πρόεδρος της Κίνας για τουλάχιστον άλλα πέντε χρόνια, κάτι που συμβαίνει για πρώτη φορά μετά τον θάνατο του Μάο.
Η κυριαρχία του Σι αποτυπώθηκε στις αποφάσεις του Συνεδρίου, αφού καθιερώνεται πλέον «η βασική θέση του συντρόφου Σι Τζινπίνγκ στην Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος και στο Κόμμα συνολικά και η καθιέρωση του καθοδηγητικού ρόλου της «σκέψης» του Σι Τζινπίνγκ για το Σοσιαλισμό με Κινεζικά χαρακτηριστικά για μια Νέα Εποχή». Επίσης αποφασίστηκε η «σκέψη» του Σι Τζινπίνγκ να ενσωματωθεί στο καταστατικό του ΚΚ Κίνας. Σύμφωνα με δημοσιεύματα το Πολιτικό Γραφείο και κυρίως η πανίσχυρη 7μελής Διαρκής Επιτροπή του οργάνου είναι της απολύτου εμπιστοσύνης του. Η Διαρκής Επιτροπή πρότεινε και τους υποψηφίους για την εκλογή της γραμματείας της Κεντρικής Επιτροπής.
Εντύπωση προκάλεσε η πρόωρη «συνταξιοδότηση» του πρωθυπουργού και νούμερο 2 της χώρας, Λι Κετσιάνγκ και του Γουάνγκ Γιανγκ, ο οποίος ήταν φαβορί για αντικαταστάτης του. Και οι δύο θεωρούνται ότι ανήκουν στην ομάδα των μεταρρυθμιστών υπέρ της αγοράς, ενώ ο Σι φαίνεται να επιδιώκει πιο παρεμβατική πολιτική, χωρίς σε καμία περίπτωση να ανατρέπει το «άνοιγμα» της οικονομίας.
Εκτός του Κινέζου πρωθυπουργού, ο οποίος θα παραμείνει στη θέση του για άλλους 6 μήνες, άλλα τρία μέλη της απερχόμενης Διαρκούς Επιτροπής έμειναν εκτός Κ.Ε. ανοίγοντας τον δρόμο για τον διορισμό μελών της πλήρους εμπιστοσύνης του Κινέζου προέδρου. Για τη θέση του πρωθυπουργού φαίνεται να προκρίνεται ο Λι Τσιανγκ, επικεφαλής της οργάνωσης του κόμματος στη Σανγκάη, ο οποίος διαχειρίστηκε το lockdown την περασμένη άνοιξη.
Σοσιαλιστική δημαγωγία και καπηλεία
Η ρεβιζιονιστική ηγεσία του ΚΚ Κίνας επιδιώκει να αποπροσανατολίσει την εργατική τάξη της Κίνας και τον εργαζόμενο λαό. Εκμεταλλεύεται τις επαναστατικές παραδόσεις και τις σοσιαλιστικές κατακτήσεις του ΚΚ Κίνας με επικεφαλής τον Μάο και επιδιώκει να προσδώσει ιδεολογικοπολιτική συνέχεια στην πολιτική της καπιταλιστικής παλινόρθωσης που ακολουθεί, με αυτή της επαναστατικής περιόδου. Επίσης επαίρεται πως έχει ανακαλύψει νέα πεδία στη μαρξιστική θεωρία, με την προσαρμογή της στο κινεζικό πλαίσιο.
Οι αποφάσεις του Συνεδρίου όπως και η εισηγητική ομιλία του Κινέζου προέδρου διαπνέονται από μια ασύστολη σοσιαλιστική δημαγωγία. Η εφαρμοζόμενη αντιλαϊκή πολιτική ντύνεται με τον προπαγανδιστικό μανδύα του σοσιαλιστικού «εκσυγχρονισμού» και του Σοσιαλισμού με Κινεζικά χαρακτηριστικά για τη Νέα Εποχή. Την ίδια στιγμή η κινέζικη ηγεσία δίνει όρκους πίστης στο «άνοιγμα» της «σοσιαλιστικής» οικονομίας, στις δυνάμεις της καπιταλιστικής αγοράς, διατηρώντας για το κράτος τον ρυθμιστικό ρόλο.
Με το παραπλανητικό αταξικό σύνθημα για την «κοινή» ευημερία οι Κινέζοι ρεβιζιονιστές επιδιώκουν να καμουφλάρουν τη σκληρή ταξική εκμετάλλευση των εργαζομένων, καλώντας τους να βάλουν «πλάτη» για το κοινό καλό. Με την πάλη κατά της διαφθοράς στοχεύουν να εκτονώσουν την κοινωνική δυσαρέσκεια που δημιουργεί η προκλητική επίδειξη πλουτισμού, η διαφθορά και οι τεράστιες κοινωνικές ανισότητες και παράλληλα να «συνετίσουν» τους απείθαρχους ολιγάρχες και τους πολιτικούς εκπροσώπους τους, που ονειρεύονται μια κλασικού τύπου καπιταλιστική Κίνα.
Προπαγανδίζουν ότι το στρατηγικό σχέδιο δύο βημάτων του ΚΚ Κίνας στοχεύει «να πραγματοποιήσει βασικά τον σοσιαλιστικό εκσυγχρονισμό από το 2020 έως το 2035 και να οικοδομήσει μια μεγάλη σύγχρονη σοσιαλιστική χώρα(…)από το 2035 ως τα μέσα αυτού του αιώνα». Αυτό που ονομάζουν αναζωογόνηση του κινεζικού έθνους, αφού θεωρούν πλέον πως έχουν οικοδομήσει μια «μετρίως ευημερούσα» σοσιαλιστική κοινωνία.
Από την άλλη, το σχέδιο αυτό αποτυπώνει και τις φιλοδοξίες της ηγεσίας του ΚΚ Κίνας στο οικονομικό πεδίο, σε συνθήκες γεωπολιτικής αστάθειας και αποσύνδεσης με τις οικονομίες των ΗΠΑ και των συμμάχων τους. Έχοντας μια αχανή ενδοχώρα, έναν τεράστιο πληθυσμό, μια γιγάντια παραγωγική βάση και υψηλά κεφαλαιακά διαθέσιμα προχωρεί σε τροποποίηση του παραγωγικού μοντέλου. Δίνοντας έμφαση στην εσωτερική ανάπτυξη «υψηλού επιπέδου» (όπου εσωτερικός και εξωτερικό κύκλος θα είναι αλληλένδετοι) και στην άμβλυνση των περιφερειακών ανισοτήτων.
Στόχος είναι η διατήρηση υψηλών ρυθμών ανάπτυξης ώστε να καταστεί η Κίνα η μεγαλύτερη οικονομική δύναμη στον πλανήτη, υπερκεράζοντας τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό ο οποίος παλεύει με τους χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης.
Την επομένη της ανάδειξης του Σι Τζινπίνγκ στην ηγεσία του κόμματος γνωστοποιήθηκε ότι η Κίνα κατέγραψε για το τρίτο τρίμηνο ανάπτυξη 3,9% του ΑΕΠ σε ετήσια βάση, ξεπερνώντας τις επιπτώσεις των lockdown και τις προβλέψεις των περισσότερων αναλυτών.
Αν ο κινεζικός ιμπεριαλισμός επιδιώκει να κερδίσει χρόνο, ώστε να υλοποιήσει αυτά του τα σχέδια, ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός βιάζεται να τον περιορίσει και να ανακόψει την πορεία του.
Αυτό το γνωρίζουν οι Κινέζοι, γι’ αυτό στην ομιλία του ο Σι ανέφερε ότι η Κίνα εισέρχεται σε μια περίοδο «κατά την οποία οι στρατηγικές ευκαιρίες, οι κίνδυνοι και οι προκλήσεις είναι ταυτόχρονες». Επίσης στο κείμενο της έκθεσης της απελθούσης Κ.Ε. σημειώνεται ότι η Κίνα αντιμετωπίζει «δραστικές αλλαγές στο διεθνές τοπίο, ειδικά εξωτερικές προσπάθειες εκβιασμού, συγκράτησης, αποκλεισμού και άσκησης μέγιστης πίεσης στην Κίνα», συμπεριλαμβανομένης μιας «νωθρής» παγκόσμιας οικονομίας και των «περιφερειακών συγκρούσεων και αναταραχών».
Προειδοποιώντας για τους κινδύνους των «μαύρων κύκνων» (απρόβλεπτα και απίθανα γεγονότα με υψηλό αντίκτυπο) και των «γκρίζων ρινόκερων» (προφανείς και υψηλού αντίκτυπου απειλές που τείνουν να παραμελούνται), το Συνέδριο επικεντρώθηκε ιδιαίτερα στα ζητήματα ασφαλείας και στον στρατιωτικό εκσυγχρονισμό.
Η έκθεση περιλαμβάνει μια νέα ενότητα για την εθνική ασφάλεια, η οποία καθορίζεται ως «βάθρο εθνικής αναζωογόνησης». Η έκθεση προτρέπει επίσης τα κινεζικά στελέχη να «προάγουν την εθνική ασφάλεια σε όλους τους τομείς και τα στάδια της δουλειάς του Κόμματος και της χώρας» και να υποστηρίζουν τη «συγκεντρωμένη, ενοποιημένη ηγεσία στο έργο της εθνικής ασφάλειας»
Σε ό,τι αφορά το ζήτημα της Ταϊβάν, ο Κινέζος πρόεδρος είπε ότι το ΚΚ Κίνας θα προωθήσει αταλάντευτα την υπόθεση της εθνικής επανένωσης η οποία «είναι υπόθεση των Κινέζων» και θα πρέπει να επιλυθεί από αυτούς. Αν και τόνισε ότι θα «συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε για ειρηνική επανένωση» την ίδια στιγμή ξεκαθάρισε πως «ποτέ δεν θα υποσχεθούμε ότι θα απορρίψουμε τη χρήση βίας και επιφυλασσόμαστε να λάβουμε τα κατάλληλα μέτρα». Στοχεύοντας «αποκλειστικά σε παρεμβάσεις εξωτερικών δυνάμεων και τους λίγους αυτονομιστές που επιδιώκουν την “ανεξαρτησία της Ταϊβάν” και τις αυτονομιστικές τους δραστηριότητες», συμπλήρωσε.
Οι ιμπεριαλιστικές φιλοδοξίες του Πεκίνου είναι αδύνατο να επιτευχθούν χωρίς τη στρατιωτική υποστήριξη. Έχοντας ως ενδιάμεσο στόχο την εκατονταετηρίδα του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού (ΛΑΣ), το 2027, το ΚΚ Κίνας προωθεί τη «βασική επίτευξη εκσυγχρονισμού» του ΛΑΣ έως το 2035 και να γίνει «στρατός παγκόσμιας κλάσης» μέχρι τα μέσα του αιώνα. Μετά την πρόσφατη προτροπή του Σι Τζινπίνγκ πως ο κινεζικός στρατός «θα πρέπει να επικεντρωθεί στην προετοιμασία για πραγματική μάχη», ο ΛΑΣ καλείται να επιβεβαιώσει την ενίσχυση της ετοιμότητάς του και την απόκτηση εμπειρίας στη διεξαγωγή επιχειρήσεων.
Εν μέσω «παγκόσμιων αλλαγών που δεν έχουν παρατηρηθεί εδώ και έναν αιώνα» η ενίσχυση της εθνικής άμυνας δεν θα μπορούσε να αφήσει απέξω την επέκταση των πυρηνικών δυνατοτήτων της Κίνας, καθώς το συνέδριο αποφάσισε πως πρέπει να χτιστεί «ένα ισχυρό σύστημα στρατηγικής αποτροπής».
Μένει να φανεί αν αυτές οι επιδιώξεις των Κινέζων ρεβιζιονιστών θα υλοποιηθούν ή αν τελικά η Κίνα θα ακολουθήσει το ιστορικό ανάλογο της Σοβιετικής Ένωσης.