Στην ιστοσελίδα του ΚΚΕ (μ-λ) αναρτήθηκε στις 24 Ιούνη μία εισήγηση κεντρικού στελέχους του, η οποία -όπως αναφέρεται- έγινε στο «πολιτικό διήμερο Νεολαίων του ΚΚΕ (μ-λ) στις 7-8 Μάη», με τίτλο «για το μ-λ κίνημα και την πάλη ενάντια στο σύγχρονο ρεβιζιονισμό». Ο εισηγητής έκρινε, φαίνεται, σκόπιμο για τις ανάγκες της οργάνωσής του να επιτεθεί στο Μ-Λ ΚΚΕ με συκοφαντικούς ισχυρισμούς που έρχονται από τα «παλιά», να ξαναζεστάνει ορισμένα ζητήματα που αφορούν την ιστορία του μαρξιστικού-λενινιστικού κινήματος της Ελλάδας. Συγκεκριμένα, αναφερόμενος στην κρίση που ξέσπασε στην ΟΜΛΕ την περίοδο 1975-1976 και τη διάσπαση, υποστηρίζει ότι η κρίση «εκδηλώνεται στην πάλη ενάντια στη φραξιονιστική ομάδα που κατέληξε στο Μ-Λ ΚΚΕ την επομένη του ιδρυτικού συνεδρίου του ΚΚΕ (μ-λ) το Νοέμβρη του 1976, και στη βάση της αντιπαράθεσης με τη θεωρία των τριών κόσμων. Στην πραγματικότητα τα ζητήματα που τέθηκαν εκείνη την περίοδο ήταν πολύ ευρύτερα και σημαντικά. Ήταν η αναφορά μας ή όχι στην ταξική πάλη, η στήριξη ή όχι στις δικές μας δυνάμεις, το αν θα καταλήγαμε σε ένα κακέκτυπο του παλιού ΚΚΕ ή θα συγκροτούσαμε μια οργάνωση με δεδομένα και προβληματισμούς που είχαν αναδειχθεί στη βάση της παλινόρθωσης και της ΜΠΠΕ, αποφασισμένη να διανύσει το δύσκολο δρόμο που έθεταν οι καιροί. Η απάντηση από την πλευρά των μελών με έναν τρόπο δόθηκε στις πρώτες μετασυνεδριακές συγκεντρώσεις. Τρεις χιλιάδες στο «Σπόρτιγκ» στην εκδήλωση του ΚΚΕ (μ-λ), μια μάζωξη λίγων δεκάδων στα γραφεία του Μ-Λ ΚΚΕ».
Πιστεύαμε ότι η πορεία των δυο οργανώσεων την τελευταία οκταετία, παρά τα όποια προβλήματα δημιουργήθηκαν και παρά την απόφαση του ΚΚΕ (μ-λ) να διαλύσει τη ΛΑ-ΑΑΣ το 2020, είχε πετύχει να αφήσει πίσω της τέτοιου χαρακτήρα συκοφαντικές επιθέσεις. Οι δυο οργανώσεις όλα αυτά τα χρόνια μέσα από την πανελλαδική δράση της ΛΑ-ΑΑΣ έδωσαν καθημερινά μάχες, για να στηρίξουν και να ενισχύσουν τους αγώνες της εργατικής τάξης και του λαού μας ενάντια στα βάρβαρα μνημόνια, και ταυτόχρονα έδωσαν από κοινού κεντρικές πολιτικές μάχες στη βάση ενός γενικού ιδεολογικοπολιτικού προσανατολισμού, κόντρα στην πολιτική τής συνθηκολόγησης του ΣΥΡΙΖΑ, στην πολιτική τού ρεβιζιονιστικού ΚΚΕ και των «μεταβατικών προγραμμάτων» του λεγόμενου αντικαπιταλιστικού χώρου. Όλα αυτά τα έκαναν οι σύντροφοι του ΚΚΕ (μ-λ) με τους συντρόφους του Μ-Λ ΚΚΕ ή με την «φραξιονιστική ομάδα» που ανακάλυψαν τώρα; Ακόμη, στο διάστημα αυτό οι δυο οργανώσεις συνδιοργάνωσαν μια σειρά σημαντικές εκδηλώσεις για το ελληνικό και διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, όπως αυτές για τα «50 χρόνια από την έκδοση του περιοδικού Αναγέννηση» το 2014, για τα «50 χρόνια από το ξέσπασμα της Μεγάλης Προλεταριακής Πολιτιστικής Επανάστασης» το 2016 και το διεθνιστικό διήμερο για τα «100 χρόνια από τη Μεγάλη Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση» το 2017, όπου παρά τις διαφορές που υπήρξαν δόθηκε η δυνατότητα να συζητηθούν ουσιαστικά και γόνιμα μία σειρά βασικά ιδεολογικοπολιτικά ζητήματα που αφορούν το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον του κομμουνιστικού κινήματος, μακριά από άγονες, μίζερες επιθέσεις και ανιστόρητους απολογισμούς που βλέπουμε τώρα.
Είναι πραγματικά θλιβερό η ιστορία του κινήματος να γίνεται εργαλείο, ανάλογα με την κάθε φορά κατάσταση και τις ανάγκες, για να υπηρετούνται μικροκομματικές σκοπιμότητες. Και μόνο αυτό θα αρκούσε για να φανεί η αξιοπιστία της κριτικής αποτίμησης του μ-λ κινήματος που επιχειρούν οι καθοδηγητές του ΚΚΕ (μ-λ). Γιατί είναι ολοφάνερο πως στόχος τους είναι να οξύνουν την αντιπαράθεση, αναπαράγοντας ένα κλίμα καχυποψίας και προκαταλήψεων, να δηλητηριάσουν τις σχέσεις των μελών και οπαδών του μ-λ κινήματος. Έτσι επανέρχονται ύστερα από 20 περίπου χρόνια στις συκοφαντικές επιθέσεις και ξαναθυμήθηκαν το παραμύθι της «φραξιονιστικής ομάδας», επαναλαμβάνοντας όλα όσα υποστήριξαν στην απρόκλητη επίθεση που εξαπέλυσαν ενάντιά μας το 2004 για τα ίδια ζητήματα. Μόνο που τώρα αλλάζουν τον πυρήνα της τότε τοποθέτησής τους που έριχνε όλο το ανάθεμα για την πορεία του μ-λ κινήματος στους «διασπαστές της ΟΜΛΕ», τη «φραξιονιστική ομάδα» του Μ-Λ ΚΚΕ. Τώρα ανακάλυψαν -όπως γράφουν στην ίδια εισήγησή τους- ότι: «αυτή η εξέλιξη απέδειξε ότι το πρόβλημα ουσιαστικά δε βρισκόταν στη φραξιονιστική ομάδα. Ο σκεπτικισμός και η έλλειψη αποφασιστικότητας και συνοχής της καθοδήγησης του ΚΚΕ (μ-λ) είχε βαθύτερες αιτίες. Ήταν “η απεραντοσύνη των σκοπών” που λέει και ο Μαρξ, η όλο και μεγαλύτερη συνειδητοποίηση του πόσο μακρύς είναι ο δρόμος της ανασύστασης του κομμουνιστικού κινήματος και πόσο μεγάλες ευθύνες πρέπει να αναληφθούν».
Στην πραγματικότητα, αυτή η τοποθέτηση -που γίνεται για πρώτη φορά τα τελευταία 40 χρόνια από τους καθοδηγητές του ΚΚΕ (μ-λ)- αντιγράφει με λειψό και στρεβλό τρόπο τον πυρήνα της απάντησης που δώσαμε στην αντιπαράθεση που έγινε το 2004-5 και συμπυκνώθηκε αργότερα στις αποφάσεις του 6ου Συνεδρίου του Μ-Λ ΚΚΕ (2018), στο κεφάλαιο: «Για την πενηντάχρονη αγωνιστική πορεία του μαρξιστικού- λενινιστικού κινήματος της Ελλάδας».
Εκεί υπογραμμίζουμε το παρακάτω συμπέρασμα για τις αιτίες της κρίσης και της διάσπασης της ΟΜΛΕ το 1976. «Τα επίμαχα ζητήματα που βρέθηκαν στο επίκεντρο της εσωκομματικής αντιπαράθεσης, όπως η ανάλυση της διεθνούς κατάστασης εκείνης της περιόδου (“θεωρία των τριών κόσμων”), η εκτίμηση του ρόλου του σοβιετικού σοσιαλιμπεριαλισμού στον κόσμο και στη χώρα μας, η τοποθέτηση για το χαρακτήρα της πολιτικής του ΚΚΕ, και ορισμένα άλλα, είχαν σίγουρα τη σημασία τους, καταγράφοντας τις διαφορετικές απόψεις και αντιλήψεις που αντιπαρατέθηκαν, όμως δεν ήταν αυτές ή οι άλλες απαντήσεις σε αυτά τα ζητήματα που προσδιόρισαν και καθόρισαν την πορεία του μαρξιστικού-λενινιστικού κινήματος της χώρας μας, όπως έδειξε η ίδια η ζωή τα τελευταία σαράντα χρόνια.
Άλλα ήταν τα πραγματικά και κρίσιμα προβλήματα που υπόβοσκαν και αναδείχθηκαν καθαρά την αμέσως επόμενη περίοδο. Και αυτά φάνηκε πως ήταν η ταλάντευση για την αναγκαιότητα της ιδεολογικοπολιτικής και οργανωτικής ρήξης με το ρεβιζιονισμό, ως πού πρέπει να φτάσει αυτή η ρήξη, και κατά πόσο μπορεί το μαρξιστικό-λενινιστικό κίνημα να τα βγάλει πέρα στην πάλη του με το ρεβιζιονισμό και να αλλάξει τους συσχετισμούς δυνάμεων μέσα στο κομμουνιστικό κίνημα. Και αυτή τροφοδοτούσε μια ακόμη μεγαλύτερη και καταστροφικότερη ταλάντευση, αν είναι σε θέση το κομμουνιστικό κίνημα να αναμετρηθεί και να τα βγάλει πέρα με το καπιταλιστικό και ιμπεριαλιστικό σύστημα, που στην πράξη οδηγούσε στην εγκατάλειψη του αγώνα, στην υπονόμευση και διάλυση του κομμουνιστικού κινήματος.
Σε αυτές ακριβώς τις συνθήκες, εκδηλώθηκε και αναπτύχθηκε στις γραμμές του μ-λ κινήματος, ξεκινώντας από ηγετικά του κλιμάκια, ένα διαλυτικό ρεύμα, στα τέλη της δεκαετίας ’70, κάτω και από την επίδραση της ρεβιζιονιστικής ανατροπής και της καπιταλιστικής παλινόρθωσης στην Κίνα, που κήρυττε μέσα σε ένα κλίμα γενικού ιδεολογικού κλονισμού και αγνωστικισμού την άρνηση, το μηδενισμό και την αυτοδιάλυση του μ-λ κινήματος, προξενώντας μεγάλη ζημιά στις οργανώσεις του».
Αυτά και ορισμένα άλλα βασικά συμπεράσματα έχουν αποτυπωθεί στις αποφάσεις του 6ου Συνεδρίου του Μ-Λ ΚΚΕ για την πενηντάχρονη πορεία του μ-λ κινήματος της χώρας μας, θέλουμε να πιστεύουμε μέσα από μια σωστή και αντικειμενική τοποθέτηση πάνω στην προηγούμενη πορεία του, που επιτρέπει να γίνει ένας ουσιαστικός διάλογος χωρίς κραυγές και συκοφαντίες που υπηρετούν εφήμερες σκοπιμότητες. Από κει και πέρα δεν ξέρουμε σε ποιους αναφέρονται τα φληναφήματα του στελέχους του ΚΚΕ (μ-λ) για «αναφορά ή όχι στην ταξική πάλη, στήριξη ή όχι στις δικές μας δυνάμεις, το αν θα καταλήγαμε σε ένα κακέκτυπο του παλιού ΚΚΕ ή θα συγκροτούσαμε μια οργάνωση με δεδομένα και προβληματισμούς που είχαν αναδειχθεί στη βάση της παλινόρθωσης και της ΜΠΠΕ, αποφασισμένη να διανύσει το δύσκολο δρόμο που έθεταν οι καιροί». Σε αυτή την παραποίηση και διαστρέβλωση των πραγματικών θέσεων του Μ-Λ ΚΚΕ δώσαμε αποστομωτική απάντηση στην αντιπαράθεση που έγινε το 2004-5. Τα πραγματικά δεδομένα λένε ότι όσοι έκαναν τότε σημαία την πάλη ενάντια δήθεν στους εκφραστές της «αναπαλαίωσης» και πάσχιζαν -υποτίθεται- για την «αναζήτηση του νέου», όσοι υποστήριζαν ότι «ένας κύκλος του κομμουνιστικού κινήματος έκλεισε» και «έχει ανοίξει ο νέος κύκλος του κομμουνιστικού κινήματος που απαιτεί την εκ νέου συγκρότησή του», τα οποία ατόφια επαναλαμβάνουν και σήμερα, όλοι αυτοί κατέληξαν πολύ σύντομα μετά το 1976 στην απόρριψη και την άρνηση συνολικά της ιδεολογικοπολιτικής γραμμής, της προσφοράς και των αγώνων του «παλιού», δηλαδή του παγκόσμιου και του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος.
Τα πραγματικά δεδομένα λένε ότι απορρίπτοντας το «παλιό» και «αναζητώντας το νέο», σύσσωμη η καθοδήγηση του ΚΚΕ (μ-λ) της περιόδου 1976-1980, οι γενικοί γραμματείς του, το Πολιτικό Γραφείο του, η Κεντρική Επιτροπή του, αφού αρνήθηκαν τον «παλιό κύκλο», δηλαδή την Οκτωβριανή επανάσταση, την Κομμουνιστική Διεθνή, τον αγώνα του «παλιού ΚΚΕ», το Λένιν, το Στάλιν, το Μάο, το «κόμμα νέου τύπου», στο τέλος αρνήθηκαν το μαρξιστικό-λενινιστικό κίνημα και τους ίδιους τους εαυτούς τους, καταλήγοντας στο συμπέρασμα πως δεν υπάρχει ανάγκη ύπαρξης του μαρξιστικού-λενινιστικού κινήματος, για να κηρύξουν μέσα σε ένα κλίμα γενικού ιδεολογικού κλονισμού, κατεδάφισης των πάντων και αγνωστικισμού, την αυτοδιάλυση του ΚΚΕ (μ-λ).
Και είναι σίγουρα προς τιμή ορισμένων στελεχών του ΚΚΕ (μ-λ) το ότι πήραν τότε την πρωτοβουλία να πάνε κόντρα σε όλο αυτό το ρεύμα διάλυσης και αποσύνθεσης και να παλέψουν για να περισώσουν ό,τι μπορούσαν σε εκείνες τις συνθήκες, αναπτύσσοντας στη συνέχεια τον αγώνα τους.
Όταν έχει μιλήσει η ιστορία του μ-λ κινήματος και η ζωή έχει βγάλει τα συμπεράσματά της, τι αξία μπορεί να έχουν όλα αυτά τα αναμασήματα δεκαετιών για τους εκφραστές του «παλιού» και αυτούς που αναζητούν το «νέο»; Και με την ευκαιρία, ακούμε τώρα και τέσσερις δεκαετίες τους συντρόφους να μιλούν για νέες θεωρητικές επεξεργασίες, για νεωτερικές, σύγχρονες και πολυσύνθετες απαντήσεις σε σύγχρονα προβλήματα, για την «εκ νέου θεμελίωση» του κομμουνιστικού κινήματος κλπ. Θα θέλαμε να διευκρινίσουμε πως διαβάζοντας τα κομματικά τους κείμενα, τις εισηγήσεις και το συγγραφικό έργο των στελεχών του ΚΚΕ (μ-λ) βλέπουμε αναλύσεις και εκτιμήσεις για τη διεθνή και εσωτερική πολιτική κατάσταση, για τα προβλήματα και την προοπτική του λαϊκού, αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος, που με άλλα μπορεί κάποιος να συμφωνεί και με άλλα να διαφωνεί, αλλά δεν έχουμε αντιληφθεί ούτε ένα «και» που να προστίθεται πάνω στο ιδεολογικό και θεωρητικό υπόβαθρο που παράχθηκε από το κομμουνιστικό κίνημα και τους ηγέτες του στον 20ο αιώνα… Μήπως θα μπορούσαν να μας διαφωτίσουν οι σύντροφοι περί αυτού του «νέου» που ευαγγελίζονται;
Τώρα, σε ό,τι αφορά όλους αυτούς τους καλοθελητές που προσπαθούν να εμφανίσουν το Μ-Λ ΚΚΕ ότι εκπροσωπεί το «παλιό πνεύμα», εμείς είπαμε και επαναλαμβάνουμε ότι, αν αυτό σημαίνει την υπεράσπιση των επαναστατικών αγώνων και θυσιών του «παλιού ΚΚΕ», την υπεράσπιση του Στάλιν, της Κομμουνιστικής Διεθνούς και του προλεταριακού διεθνισμού, την προσήλωση στις αρχές του κινήματος (που κάποιοι άλλοι τα ποδοπάτησαν όλα), την αντίθεση στο διανοουμενισμό που συγχέει την αναζήτηση του «νέου» με την απόρριψη «ενός κύκλου του κομμουνιστικού κινήματος που έκλεισε», τότε εμείς ήμασταν και θα είμαστε πάντα με το «παλιό πνεύμα». Και αυτό ακριβώς το «παλιό πνεύμα» θα αποτελεί και στο μέλλον τη μόνη σίγουρη και σταθερή βάση για να διατηρούμε τη ζωντανή επαφή με τη συνεχώς μεταβαλλόμενη πραγματικότητα της ταξικής πάλης και να παίρνουμε ό,τι αληθινά νέο και χρήσιμο θα προβάλλει μέσα από αυτή τη νέα πραγματικότητα και την ανάπτυξη του κινήματός μας.
Σε ό,τι αφορά τέλος το σύνδρομο «της μεγάλης δύναμης» που εξακολουθεί να κατατρύχει τους καθοδηγητές του ΚΚΕ (μ-λ), δεν γνωρίζουμε για τους «τρεις χιλιάδες στο «Σπόρτιγκ», αλλά σε ό,τι αφορά το παραμύθι για «μια μάζωξη λίγων δεκάδων στα γραφεία του Μ-Λ ΚΚΕ», θα τους λέγαμε πως αν έριχναν μια ματιά στο «Λαϊκό Δρόμο» εκείνης της εποχής θα έβλεπαν πολλές εκατοντάδες αγωνιστές στις συγκεντρώσεις του Μ-Λ ΚΚΕ στα κεντρικά θέατρα της Αθήνας. Είναι και αυτό όμως δείγμα της «αντικειμενικότητας» με την οποία αναφέρονται στα γεγονότα εκείνης της περιόδου. Αλλά, ανεξάρτητα απ’ όλα αυτά, από πότε το μέγεθος των αριθμών αποτελεί για το κομμουνιστικό κίνημα κριτήριο της ορθότητας και της αλήθειας; Ύστερα από 45 χρόνια το ζητούμενο για τα στελέχη του ΚΚΕ (μ-λ) είναι η αναφορά τους με τόση έπαρση στους τρεις χιλιάδες στο «Σπόρτιγκ» ή η αναζήτηση των αιτιών που χάθηκε όλος αυτός ο κόσμος; Είναι πραγματικά λυπηρό, με δεδομένα τα μεγέθη των οργανώσεών μας και τις μεταξύ τους αναλογίες, να συνεχίζουν να αναπαράγουν τέτοια αξιοθρήνητα σχόλια. Όπως επίσης δείγμα της προχειρότητας και της ευκολίας με την οποία αναφέρονται σε ζητήματα της ιστορίας του μ-λ κινήματος είναι το γεγονός πως η εισήγησή τους κάνει λόγο για «το περιοδικό Αναγέννηση το 1963», όταν είναι γνωστό ότι το πρώτο τεύχος της «Αναγέννησης» εκδόθηκε τον Οκτώβρη του 1964. Ψιλά γράμματα θα πει κάποιος…