Στη δίνη μιας ολόπλευρης κρίσης, της μεγαλύτερης στη σύγχρονη ιστορία της (από το 1948, όταν και ανακηρύχθηκε ανεξάρτητο κράτος αποτινάσσοντας το βρετανικό ζυγό) παραδέρνει η Σρι Λάνκα.
Η αντιλαϊκή πολιτική της διεφθαρμένης οικογένειας Ρατζαπάκσα, που λυμαίνεται την εξουσία της χώρας, επέτεινε τις τεράστιες αυξήσεις των τιμών, αλλά και τις τραγικές ελλείψεις σε βασικά προϊόντα, φάρμακα, και καύσιμα Η όξυνση της οικονομικής κρίσης οδήγησε σε κοινωνική έκρηξη. Τις τελευταίες πέντε εβδομάδες ο λαός της Σρι Λάνκα με μαζικές κινητοποιήσεις και αποκορύφωμα την πανεθνική γενική απεργία στις 20 Απρίλη, απαιτεί την παραίτηση του προέδρου Ρατζαπάκσα και της κυβέρνησής του, και η οικονομική κρίση μετασχηματίστηκε απότομα σε πολιτική. Ο Ρατζαπάκσα επιστρατεύει την τακτική του καρότου (απευθύνοντας εκκλήσεις στην αντιπολίτευση για κυβέρνηση «εθνικής ενότητας»), αλλά και του μαστιγίου με την επιβολή καθεστώτος έκτακτης ανάγκης, απανωτές απαγορεύσεις κυκλοφορίας και εξαπολύει όργιο αστυνομικής και στρατιωτικής βίας και τρομοκρατίας, με τραγικό μέχρι στιγμής απολογισμό 8 νεκρούς και πάνω από 200 τραυματίες.
Αν και ο πρόεδρος είδε μέχρι και τον πρωθυπουργό και αδελφό του, Μαχίντα, να εξαναγκάζεται υπό το βάρος της λαϊκής οργής και αγανάκτησης σε παραίτηση, χάνοντας παράλληλα και την πλειοψηφία στη Βουλή, συνεχίζει απτόητος την αντιλαϊκή επέλασή του. Στα πλαίσια αυτά, ο νέος πρωθυπουργός δήλωσε ότι θα προχωρήσει στην εκποίηση-ιδιωτικοποίηση του εθνικού αερομεταφορέα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Ρατζαπάκσα έχει απευθυνθεί τόσο στο ΔΝΤ όσο και στην Κίνα για τη χορήγηση δανείων με στόχο την αποπληρωμή του δυσθεώρητου κρατικού χρέους των 51δισ. ευρώ. Η προσέγγιση με το Πεκίνο ωστόσο προκάλεσε για ευνόητους λόγους την άμεση παρέμβαση – υπαγόρευση της αμερικανίδας πρέσβη στη Σρι Λάνκα, η οποία «καταδίκασε τις βιαιότητες που διαπράχθηκαν εναντίον ειρηνικών διαδηλωτών».