Με ιδιαίτερη ένταση συνεχίζουν να εκδηλώνονται τα ελληνοτουρκικά ζητήματα. Η τουρκική ολιγαρχία συνεχίζει την πολιτική αμφισβήτησης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας αναπτύσσοντας μια ρητορική που οξύνει ακόμα περισσότερο την ήδη οξυμένη κατάσταση. Μετά την αμφισβήτηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας πέρα από τα έξι ναυτικά μίλια, την υποδαύλιση ζητημάτων μέσω των αναφορών για την τουρκική μειονότητα της Θράκης, τις συνεχείς παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου, την τελευταία περίοδο πολλαπλασιάζεται με ιδιαίτερη σφοδρότητα η αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας σε μια σειρά από νησιά του αιγαίου όπως η Σάμος, η Ικαρία, η Χίος, η Λήμνος και τα Δωδεκάνησα. Δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών και απανωτά ρεπορτάζ για ελληνικά νησιά που αναρωτιούνται για το πώς γίνεται αυτά να βρίσκονται στην ελληνική επικράτεια και όχι στην κυριαρχία της Τουρκίας, καθώς και αναλύσεις για το πότε και με ποιον τρόπο πρέπει αυτά να διεκδικηθούν, αναβαθμίζουν τον εθνικιστικό παροξυσμό της Τουρκίας και επαναφέρουν ακόμα πιο έντονα στην ημερήσια διάταξη τους στόχους της για τα σύνορα της «γαλάζιας πατρίδας».
Απέναντι στην τουρκική προκλητικότητα και επιθετικότητα η ελληνική κυβέρνηση ακολουθεί μια πολιτική που χαρακτηρίζεται από την τακτική του κατευνασμού απέναντι στις τουρκικές αξιώσεις από τη μία και της εναπόθεσης της υπεράσπισης των κυριαρχικών δικαιωμάτων και της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας στα ιμπεριαλιστικά αφεντικά της. Πρόκειται για μια διαχρονική πολιτική της κυρίαρχης μεγαλοαστικής τάξης. Από τη μια αυτή η πολιτική μεταφράζεται σε υποχωρήσεις και κάθε είδους συμβιβασμούς που φτάνουν μέχρι τις αποφάσεις του δικαστηρίου της Χάγης στο οποίο συνεχώς παραπέμπει την επίλυση των ελληνοτουρκικών ζητημάτων η ελληνική κυβέρνηση προετοιμάζοντας μάλιστα συχνά πυκνά με δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών τον λαό για ένα επώδυνο συμβιβασμό. Από την άλλη και η κυβέρνηση της ΝΔ, συνεχίζοντας στο δρόμο της προηγούμενης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και με τις ευλογίες σήμερα τόσο της αξιωματικής αντιπολίτευσης του ΣΥΡΙΖΑ όσο και του ΚΙΝΑΛ, σφίγγει ακόμα περισσότερο τη θηλειά της εξάρτησης της χώρας από τον αμερικάνικο και ευρωπαϊκό ιμπεριαλισμό προσδοκώντας την εύνοια και την προστασία των ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – ΕΕ απέναντι στην Τουρκία. Αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής είναι οι τελευταίες στρατιωτικές συμφωνίες με τους Αμερικάνους και τους Γάλλους ιμπεριαλιστές. Με τους μεν πρώτους αναβαθμίζεται το δίκτυο των αμερικανονατοϊκών βάσεων στην Ελλάδα μετατρέποντας την σε μια απέραντη στρατιωτική βάση εξόρμησης των ΗΠΑ – ΝΑΤΟ για να εξαπολύουν τους κατακτητικούς τους σκοπούς και να προωθούν τα ιμπεριαλιστικά τους συμφέροντα έναντι των ανταγωνιστών τους Ρωσία και Κίνα. Με τους δε δεύτερους υπογράφτηκε αμυντική συμφωνία η οποία περιλαμβάνει την εμπλοκή της χώρας στις επιχειρήσεις τους γαλλικού ιμπεριαλισμού καθώς και υπέρογκους εξοπλισμούς με rafale και γαλλικές φρεγάτες, τους οποίους θα πληρώσει ο λαός, και που όχι μόνο δεν έχουν καμία σχέση με την αμυντική θωράκιση της χώρας όπως προσπαθεί να πείσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, αλλά στην πραγματικότητα αποτελούν υπέρογκους εξοπλισμούς εξαγοράς «προστασίας», εξοπλισμούς που υπαγορεύονται από τους φιλοπόλεμους σχεδιασμούς των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και πολλαπλασιάζουν τους πολεμικούς κινδύνους για τον λαό μας.
Η απομονωμένη Τουρκία …
Αν από τη μια η πολιτική και αυτής της κυβέρνησης μεταφράζεται στο εξωτερικό σε υποχωρήσεις απέναντι στην τουρκική προκλητικότητα και ανάθεση της υπεράσπισης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας στα ιμπεριαλιστικά αφεντικά της, από την άλλη στο εσωτερικό, όλη την προηγούμενη περίοδο καλλιεργούνταν πλάι στον αντιδραστικό εθνικισμό απέναντι στον τουρκικό λαό και το αφήγημα ότι δήθεν η Τουρκία είναι απομονωμένη, ότι βρίσκεται στα όρια της οικονομικής κατάρρευσης και ότι δήθεν η χώρα μας βρίσκεται σε πλεονεκτικότερη θέση απέναντί της. Πρόκειται για την καλλιέργεια επικίνδυνων αυταπατών στον λαό που μόνο στόχο έχουν τη διαστρέβλωση της πραγματικότητας για τη δύσκολη θέση που έχει φέρει τη χώρα η πολιτική της κυβέρνησης. Η Τουρκία, όπως άλλωστε αποδείχθηκε και στον πόλεμο στην Ουκρανία, διεκδικεί ακόμα περισσότερο αναβαθμισμένο ρόλο στα πλαίσια της περιφερειακής δύναμης που είναι και του γεωστρατηγικού ρόλου που κατέχει. Είναι μια χώρα που ανήκει στους G20, μια ισχυρή στρατιωτική δύναμη με οικονομική διείσδυση σε μια σειρά χώρες της ευρύτερης περιοχής.
Όσο κι αν η κυβέρνηση προσπαθεί να υποβαθμίσει τον ρόλο και τη θέση της Τουρκίας η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική. Όσο κι αν οι ελληνικές κυβερνήσεις ποντάρουν στην βοήθεια και τη στήριξη των ιμπεριαλιστών πατρώνων τους, ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – ΕΕ (κυρίως Γερμανία) ανέχονται όλα αυτά τα χρόνια ή ακόμα και ενθαρρύνουν την τουρκική προκλητικότητα και επιθετικότητα γιατί ακριβώς θεωρούν ιδιαίτερα κομβική τη γεωπολιτική θέση που κατέχει για να τη χαρίσουν στους ανταγωνιστές τους. Σε αυτά τα πλαίσια, όπου στην περιοχή οι εξελίξεις σημαδεύονται από την καθοριστική ανάμειξη των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, η Ελλάδα στην πραγματικότητα μετατρέπεται σε ενεργούμενο των δυνάμεων αυτών προκειμένου να πιέσουν την Τουρκία να επιστρέψει ολοκληρωτικά στο νατοϊκό στρατόπεδο και να αποτρέψουν κάθε περαιτέρω προσέγγισή της με Ρωσία και Κίνα. Αυτός είναι ο ρόλος που επιφυλάσσουν οι κατά τα άλλα «σύμμαχοι» της χώρας και που σε καμιά περίπτωση δεν μεταφράζεται σε αμυντική θωράκιση, πόσο μάλλον σε γεωστρατηγική αναβάθμιση της χώρας. Άλλωστε, το αφήγημα της γεωστρατηγικής αναβάθμισης της χώρας που προβάλλει η κυβέρνηση προκειμένου να δικαιολογήσει την υποτελή πολιτική της, δέχθηκε την προηγούμενη περίοδο ισχυρό χαστούκι όταν οι Αμερικάνοι με ένα nonpaper προχώρησαν στην ακύρωση της κατασκευής του αγωγού East Μed, ο οποίος παρουσιαζόταν από την κυβέρνηση ως το έργο εκείνο που θα άλλαζε γεωπολιτικά το παιχνίδι στην ευρύτερη περιοχή προς όφελος της χώρας. Τώρα λοιπόν που αλλάζει η στάση των ΗΠΑ στην περιοχή και διαφαίνεται μια επαναπροσέγγιση με την Τουρκία, το περίφημο και πολυδιαφημισμένο έργο του EastMed παραπέμπεται στις ελληνικές καλένδες και στη θέση του αναθερμαίνονται τα σενάρια συμφωνίας για κατασκευή αγωγού μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ.
Όσο και αν η κυβέρνηση Μητσοτάκη προσπαθεί να πείσει ότι η Ελλάδα «βρίσκεται στη σωστή πλευρά της ιστορίας», η ιστορία στην πραγματικότητα έχει δείξει ότι όσοι εναπόθεσαν την υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας τους στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, γνώρισαν από πρώτο χέρι τις καταστροφικές συνέπειες της υποτελούς και ξενόδουλης πολιτικής τους. Ο λαός της χώρας μας δεν έχει τίποτε να περιμένει από την πολιτική της εξάρτησης και της υποτέλειας που μόνο νέα δεινά επιφυλάσσει. Απέναντι σε αυτήν την πολιτική και την πολιτική της υποχωρητικότητας απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα ο λαός θα πρέπει να υπερασπίσει την εδαφική ακεραιότητα και τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας σε περίπτωση επίθεσης από την πλευρά της Τουρκίας και ταυτόχρονα να καταδικάσει και να απορρίψει κάθε τυχοδιωκτική κίνηση της Ελλάδας απέναντι στην Τουρκία. Οι λαοί της Ελλάδας και της Τουρκίας δεν έχουν τίποτε να περιμένουν από την πολιτική των κυρίαρχων τάξεών τους. Μόνο η πάλη και στις δύο πλευρές του Αιγαίου ενάντια στην ανάμειξη των ιμπεριαλιστών στην περιοχή και ενάντια στην πολιτική που ακολουθούν οι κυρίαρχες τάξεις σε Ελλάδα και Τουρκία μπορεί να ανοίξει τον δρόμο για μια πραγματική επίλυση των ελληνοτουρκικών ζητημάτων, για την ειρήνη και τη φιλία των δύο λαών. Το νήμα αυτό της αντιιμπεριαλιστικής πάλης πρέπει να ξαναπιάσει ο λαός μας παλεύοντας ενάντια στην πολιτική της εξάρτησης, για την έξοδο της χώρας από ΕΕ και ΝΑΤΟ, για να φύγουν οι αμερικάνικες βάσεις, για την εθνική ανεξαρτησία της Ελλάδας.
Παναγιώτης Α.
Αναδημοσίευση από το νέο τεύχος του περιοδικού Πορεία