Το σημείωμα αυτό γράφεται με αφορμή περιστατικά αναφώνησης εθνικιστικών και φασιστικών συνθημάτων σε στρατόπεδα που βρίσκονται σε νησιά της παραμεθορίου, στο Ανατολικό Αιγαίο. Ειδικότερα, αξιοποιώντας τα πατριωτικά αισθήματα των φαντάρων, αλλά και την όξυνση της κρίσης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, καθώς και την ολοένα αυξανόμενη τουρκική επιθετικότητα, ανώτεροι και κατώτεροι αξιωματικοί εκμεταλλεύονται τις βραδινές αναφορές, τις πορείες και άλλες περιπτώσεις για να καλλιεργήσουν -ιδιαίτερα στους νεοσύλλεκτους φαντάρους- ακροδεξιές ιδέες και απόψεις.
Τα περιστατικά αυτά, που το τελευταίο διάστημα έχουν πληθύνει, δεν αποτελούν σε καμία περίπτωση περιστατικά τυχαία ή μεμονωμένα.
Αντίθετα, αποτελούν λογική συνέχεια του ευρύτερου εθνικοφρενικού κλίματος που επικρατεί στις διοικήσεις των στρατοπέδων και συνολικά στο ΓΕΣ και το ΓΕΕΘΑ. Το κλίμα αυτό, άλλωστε, συντηρείται και ενισχύεται από την ίδια την κυβέρνηση και την εγχώρια μεγαλοαστική τάξη που διαφεντεύουν τον τόπο. Οι αντιδραστικές αυτές δυνάμεις απέναντι στο λαό και τη νεολαία εξαντλούν κάθε φασίζουσα, αντιδημοκρατική και εθνικιστική πολιτική, ενώ σε ό,τι αφορά στα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής ο κυβερνητικός «λύκος» γίνεται «αρνάκι» και κυριαρχεί η πολιτική της εξάρτησης και της υποτέλειας απέναντι στα ξένα αφεντικά.
Από τις αστυνομικές απαγορεύσεις -με πρόσχημα την πανδημία του κορονοϊού- και από το χτύπημα των δημοκρατικών δικαιωμάτων μέχρι την καλλιέργεια αλυτρωτικών και φιλοπόλεμων αντιλήψεων μέσα κι έξω απ’ το στρατό, η άρχουσα τάξη αντιμετωπίζει τον εχθρό λαό με το βούρδουλα. Αν η μία όψη της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής είναι ο εθνικισμός, η άλλη όψη είναι η υποτέλεια και η υποταγή στις ξένες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Σε αυτές, άλλωστε, έχει επί της ουσίας αναθέσει η κυβέρνηση την προστασία των συνόρων και την εδαφική ακεραιότητα της χώρας.
Πίσω από τα φασιστικά συνθήματα που φωνάζονται στα στρατόπεδα της παραμεθορίου κρύβεται η πραγματική όψη της κυβερνητικής πολιτικής, η οποία εξαντλείται στα παρακάλια προς τους ιμπεριαλιστές-προστάτες και ταυτόχρονα -με την υποχωρητικότητα και την ξενοδουλεία της- δίνει έδαφος στην όξυνση των τουρκικών προκλήσεων και την αμφισβήτηση των ελληνικών θαλάσσιων και χερσαίων συνόρων. Η υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων και της εδαφικής ακεραιότητας της πατρίδας μας δεν έχει καμία σχέση με τις αλυτρωτικές βλέψεις των πιο αντιδραστικών και σκοταδιστικών στοιχείων στον ελληνικό στρατό και την ντόπια πλουτοκρατία, που βλέπουν «Ελλάδα» από την Κύπρο και τη Μικρά Ασία, μέχρι τον Πόντο και την Κωνσταντινούπολη, όπως χαρακτηριστικά ουρλιάζουν αναφωνώντας τα εθνικιστικά αυτά συνθήματα.
Αξίζει, τέλος, να αναφερθεί πως τα περιστατικά αυτά συναντούν πολλές φορές την αντίσταση δημοκρατικών και προοδευτικών φαντάρων, που σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και κατά πλειοψηφία αποχωρούν και καταγγέλλουν τέτοιες πρακτικές, όπως πρόσφατα συνέβη σε στρατόπεδα της παραμεθορίου. Στη βάση αυτή, ανοίγουν συζητήσεις ανάμεσα στους φαντάρους και κερδίζει έδαφος η αντίληψη πως η αγάπη για την πατρίδα δε συνάδει με το μίσος για τις πατρίδες των άλλων λαών, πώς η υπεράσπιση των συνόρων, της εδαφικής ακεραιότητας και της εθνικής ανεξαρτησίας της χώρας μας δεν έχει καμία σχέση με τις αλυτρωτικές και επεκτατικές βλέψεις απέναντι σε άλλες χώρες, πώς η κοινή πάλη, η φιλία και η αλληλεγγύη των λαών είναι η μόνη που μπορεί να βάλει φραγμό στον πόλεμο, τον εθνικισμό και το φασισμό.