Με ιδιαίτερη ένταση συνεχίζεται η πολιτική αντιπαράθεση γύρω απ’ το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων και των υποκλοπών. Στο χορό της αντιπαράθεσης έχουν πλέον μπει και άλλοι παράγοντες, που ξεφεύγουν απ’ τα στενά κομματικά επιτελεία, είναι ισχυροί επιχειρηματικοί παράγοντες και φυσικά τα μέσα επικοινωνίας, έντυπα και ηλεκτρονικά. Αν και είναι δύσκολο να εκτιμήσει κανείς την έκταση και το βάθος αυτής της αντιπαράθεσης, είναι βέβαιο ότι θα επηρεάσει τις πολιτικές εξελίξεις που μπορεί να προκαλέσουν και επιτάχυνση του χρόνου διεξαγωγής των εκλογών. Για το λόγο αυτό θα επιχειρήσουμε να συστηματοποιήσουμε τα δεδομένα που υπάρχουν μέχρι σήμερα.
1. Μια σύντομη αναδρομή στις μέχρι τώρα εξελίξεις
Η ιστορία των υποκλοπών δεν είναι βέβαια κάτι που έπεσε απ’ τον ουρανό. Είναι γνωστό, σε όσους δεν θέλουν να είναι αφελείς, ότι υπάρχουν κρατικοί και παρακρατικοί μηχανισμοί που ελέγχουν την πολιτική ζωή, αλλά και την προσωπική ζωή διαφόρων πολιτών και οι οποίοι -όταν χρειαστεί- χρησιμοποιούν τα αποτελέσματα των παρακολουθήσεων αυτών. Είναι άλλωστε γνωστό ότι εδώ και αρκετά χρόνια παρακολουθούν τα γραφεία του ΚΚΕ, διάφορες άλλες οργανώσεις που αναφέρονται στην αριστερά και όχι μόνο. Άλλωστε για τις παρακολουθήσεις αυτές υπάρχει και η κυνική ομολογία του ίδιου του Τσίπρα, που μέσα στη Βουλή χωρίς να κοκκινίζει δήλωσε ότι στη διάρκεια της δικής διακυβέρνησης περίπου 15.000 πολίτες κάθε χρόνο ήταν κάτω απ’ την παρακολούθηση της ΕΥΠ για λόγους εθνικής ασφάλειας!
Όμως η παρακολούθηση του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ Ανδρουλάκη που αποκαλύφθηκε απ’ το ευρωκοινοβούλιο οδήγησε στο σπάσιμο ενός αποστήματος που παρέσυρε πολλούς στο βούρκο του. Η κυβέρνηση κάτω απ’ την πίεση αυτής της κατάστασης αναγκάστηκε να απομακρύνει ορισμένα στελέχη της, όπως το γενικό γραμματέα του ίδιου του πρωθυπουργού και το διοικητή της ΕΥΠ, ανιψιός ο πρώτος του πρωθυπουργού και προσωπικός φίλος του ο δεύτερος.
Επίσης συγκροτήθηκε και εξεταστική επιτροπή για να διερευνήσει τις εξελίξεις, η οποία μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα έκλεισε το ζήτημα με τον πιο προκλητικό τρόπο, αφού δεν επέτρεψε να μιλήσει κανένας παράγοντας απ’ τους εμπλεκόμενους, εξαιτίας του απορρήτου που επέβαλε η κυβέρνηση, ενώ και κανένας πολιτικός παράγοντας δεν κλήθηκε για να δώσει εξηγήσεις. Οι όποιες όμως προσπάθειες της κυβέρνησης που σιγοντάρονταν και απ’ τα κυρίαρχα ΜΜΕ φαίνεται ότι έπεσαν στο κενό. Οι αποκαλύψεις και οι ψίθυροι ήταν και παραμένουν τόσο έντονοι που το ζήτημα παρέμενε στην πρώτη γραμμή της πολιτικής ζωής.
2. Η παρέμβαση της ευρωβουλής και η αλλαγή πορείας στα ΜΜΕ
Το πρόβλημα των παρακολουθήσεων απασχόλησε και την Ευρωβουλή με αφορμή το γεγονός ότι ο Ανδρουλάκης είναι μέλος του ευρωκοινοβουλίου. Συστήθηκε έτσι μία επιτροπή με το όνομα Pega από μέλη του κοινοβουλίου που ταξίδεψε σε Ελλάδα και Κύπρο για να εξετάσει το θέμα, αφού ανάλογο πρόβλημα δημιουργήθηκε και στην Κύπρο. Παρά το γεγονός ότι ο πρόεδρος της επιτροπής προσπάθησε με ένα ήπιο τρόπο να αποδιώξει τις κατηγορίες ενάντια στην κυβέρνηση Μητσοτάκη, η εικόνα που τελικά έμεινε απ’ τα λεγόμενα των πιο πολλών μελών της επιτροπής ήταν αρνητική για την κυβέρνηση.
Κατ’ αρχάς ο Μητσοτάκης αγνόησε την Επιτροπή και προκλητικά αρνήθηκε να την συναντήσει, ενώ ο μόνος κυβερνητικός παράγοντας που μίλησε με τα μέλη της ήταν ο υπουργός επικρατείας Γεραπετρίτης. Η απόφαση αυτή της κυβέρνησης δήλωνε με σαφήνεια τη δυσαρέσκειά της για την απόφαση του ευρωκοινοβουλίου να παρέμβει στο ζήτημα των παρακολουθήσεων, αφού η ίδια είχε αποφασίσει ότι το ζήτημα είχε κλείσει με την προκλητική απόφαση της εξεταστικής επιτροπής, που τα είχε βρει όλα καλά καμωμένα. Στο τελικό όμως συμπέρασμα η pega με κατηγορηματικό τρόπο ζητεί απ’ τη κυβέρνηση να ρίξει «άπλετο φως» στο σκάνδαλο πριν απ’ τις επερχόμενες εκλογές στη χώρα.
Ένα άλλο σημαντικό γεγονός που επίσης άλλαξε το κλίμα ήταν η εμφανής αλλαγή πορείας μεγάλων μέσων ενημέρωσης, όπως το συγκρότημα Μαρινάκη (Βήμα, Νέα) και η Καθημερινή του Αλαφούζου, που με άρθρα βασικών στελεχών των εφημερίδων αναδείκνυαν και πάλι το ζήτημα των παρακολουθήσεων και μάλιστα πολλών κυβερνητικών παραγόντων, αφήνοντας έτσι έκθετο τον Μητσοτάκη που μέχρι τότε κάλυπταν. Αν και είναι νωρίς για να φανεί τι κρύβεται πίσω από αυτή την αλλαγή πλεύσης των δύο συγκροτημάτων, είναι βέβαιο ότι οι αντιπαραθέσεις με μεγαλοπαράγοντες της οικονομικής και όχι μόνο ζωής της χώρας δημιουργούν ένα νέο τοπίο και αναμένονται πιθανόν σημαντικές εξελίξεις.
3. Η συνέντευξη Μητσοτάκη στον «Αντένα» και τι κρύβεται πίσω απ’ αυτή
Ο πρωθυπουργός προσπάθησε να περάσει στην αντεπίθεση και να απαντήσει σε όλες τις κατηγορίες που του απευθύνουν οι πολιτικοί του αντίπαλοι και όχι μόνο, με συνέντευξη που παραχώρησε στο Νίκο Χατζηνικολάου στον τηλεοπτικό σταθμό «Αντένα». Στη συνέντευξη αυτή, που κάθε άλλο παρά έπεισε ο Μητσοτάκης, αναδείχθηκαν ορισμένα ζητήματα που δείχνουν το πόσο βαρύ είναι το κλίμα για την κυβέρνηση αλλά και τον ίδιο προσωπικά.
Κατ’ αρχάς ο Μητσοτάκης έδειξε εμφανώς εκνευρισμένος απ’ το όλο κλίμα αλλά και απ’ τις ερωτήσεις του παρουσιαστή που επέμενε ιδιαίτερα σε ορισμένα ζητήματα. Επέμενε με έναν έντονο τρόπο να θεωρεί ότι όλα είναι ψέματα και ότι είναι αδιανόητο να κατηγορείται ο πρωθυπουργός μιας χώρας ότι μπορεί στον ελεύθερο του χρόνου να παρακολουθεί τους υπουργούς και τις οικογένειές τους, επιχειρώντας έτσι να γελοιοποιήσει το ζήτημα. Όμως στις επίμονες ερωτήσεις αναγκάστηκε να παραδεχθεί ότι υπάρχουν «κενά» στη λειτουργία της κρατικής μηχανής και δήλωσε ότι πράγματι γίνονται παρακολουθήσεις, αλλά δεν ξέρει από ποιους και για ποιο λόγο και ότι το πρόβλημα αυτό είναι παγκόσμιο και όχι μόνο της χώρας μας!
Επιχείρησε επίσης να πετάξει το μπαλάκι στις όποιες ενέργειες θα γίνουν στη δικαιοσύνη και για μια ακόμα φορά ανέφερε ότι η κυβέρνηση και αυτός ο ίδιος έχει πάρει την πολιτική ευθύνη που του αναλογούσε, με την απομάκρυνση του διοικητή της ΕΥΠ και του ανιψιού του απ’ τη θέση του γραμματέα του.
Όμως αποκαλυπτικός ήταν ο πρωθυπουργός για τη διαφαινόμενη σύγκρουσή του με τα επιχειρηματικά συμφέροντα. Δήλωσε έτσι με σαφή τρόπο -που δείχνει τη μεγάλη διάσταση που έχει δημιουργηθεί με τους μέχρι χθες πιο κοντινούς του φίλους επιχειρηματίες, με αφορμή τις δηλώσεις των παραγόντων του Ολυμπιακού, δηλαδή του Μαρινάκη- ότι οι επιχειρηματίες δεν μπορεί να υπαγορεύουν την κυβερνητική πολιτική, μπορούν να είναι συμμέτοχοι στην κοινή προσπάθεια και ότι η κυβέρνηση δεν είναι υπηρέτης των επιχειρηματικών συμφερόντων.
Η απάντηση αυτή δόθηκε μετά από τοποθετήσεις εκπροσώπων του ομίλου Μαρινάκη ότι στο μέγαρο Μαξίμου υπάρχει παρακρατική φασιστική συμμορία που αποφασίζει για το ποδόσφαιρο και όχι μόνο.
Ο Βαγγέλης Μαρινάκης απάντησε στην επίθεση Μητσοτάκη με παρόμοιες εκβιαστικές επιθέσεις, λέγοντας ανάμεσα σε άλλα: «Ο πρωθυπουργός με τη συνέντευξή του αποδέχθηκε την ύπαρξη δικτύου παρακολουθήσεων στην Ελλάδα με το κακόβουλο λογισμικό predator, από συγκεκριμένους κύκλους. Αρνήθηκε βεβαίως τη δική του συμμετοχή. Δεν θα μπορούσε άλλωστε. Ωστόσο, δεν αρκεί η κατηγορηματική άρνησή του… Οι δε αναφορές σε εκβιασμούς, υπαγορεύσεις, αλλαγές θέσεων και απόψεων δεν μας αφορούν, δεν μας ταιριάζουν. Μόνο όσοι εμπλέκονται σε εξωθεσμικές παρακολουθήσεις και στον υπόκοσμο καταφεύγουν σε τέτοια μέσα. Εμείς τις ίδιες αρχές και αξίες της φιλελεύθερης Δημοκρατίας υπηρετήσαμε εξ αρχής και σε αυτές επιμένουμε. Χωρίς αναστολές, χωρίς φόβο και με το αυτό πάθος».
Είναι προφανές ότι τόσο το ύφος όσο και το περιεχόμενο της δήλωσης αυτής προσδιορίζει και το επίπεδο των σχέσεων που έχει διαμορφωθεί ανάμεσα στην κυβέρνηση και ένα σημαντικό παράγοντα της ελληνικής ολιγαρχίας το Β. Μαρινάκη. Βέβαια η όξυνση αυτή των σχέσεων δεν έπεσε σαν κεραυνός εν αιθρία. Εδώ και αρκετό καιρό το εκδοτικό συγκρότημα που ελέγχει ο όμιλος Μαρινάκη έχει δείξει τις ιδιαίτερες προτιμήσεις του προς τη μεριά του ΚΙΝΑΛ- ΠΑΣΟΚ, επιδιώκοντας να ενισχύσει τα εκλογικά του ποσοστά, έτσι ώστε να παίξει ρόλο ρυθμιστή στο μετεκλογικό τοπίο.
4. Ορισμένα βασικά συμπεράσματα
Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι οι υποκλοπές και παρακολουθήσεις έχουν δημιουργήσει σοβαρές αντιθέσεις μέσα στο πολιτικό σύστημα. Κανείς βέβαια πλέον δεν αμφισβητεί την ύπαρξη σκοτεινών κρατικών και παρακρατικών κέντρων που ελέγχουν και καταδυναστεύουν τη ζωή χιλιάδων ανθρώπων καθημερινά. Για την αριστερά, άλλωστε, αυτό δεν αποτελεί είδηση. Εκείνο όμως που δεν είναι ορατό -και δεν ξέρει κανείς και αν ποτέ θα γίνει γνωστό- είναι το ποιοι είναι πίσω απ’ τα διάφορα κέντρα. Σε αυτό, άλλωστε, ίσως να είναι ειλικρινής και η δήλωση Μητσοτάκη ότι δεν γνωρίζει ποιος παρακολουθεί ποιον. Δήλωση βέβαια που είναι και η πιο ειλικρινής ομολογία ότι στην πραγματικότητα αυτός και η κυβέρνηση του είναι αχυράνθρωπος ντόπιων και ξένων κέντρων που κρατούν στο παρασκήνιο τα νήματα της εξουσίας και καταδυναστεύουν τη χώρα μας. Η δήλωση αυτή είναι ίσως και η πιο καθαρή ομολογία της ανικανότητας, της υποταγής και της υποτέλειας της κυβερνητικής πολιτικής.
Το δεύτερο στοιχείο αφορά τη σύγκρουση Μητσοτάκη με ορισμένα απ’ τα ισχυρά οικονομικά κέντρα της χώρας. Κατ’ αρχάς είναι άγνωστο ακόμα μέχρι πού θα πάει αυτή η αντιπαράθεση. Ίσως την επόμενη μέρα να πέσουν οι τόνοι για λόγους που μόνο αυτοί γνωρίζουν. Είναι όμως σίγουρο ότι το μεγάλο οικονομικό πακέτο που αναμένεται απ’ το ταμείο ανάκαμψης απ’ την ΕΕ και ο τρόπος διανομής του στα οικονομικά κέντρα, είναι ένας από τους βασικούς παράγοντες της αντιπαράθεσης που σήμερα είδε το φως της δημοσιότητας.
Τέλος, είναι βέβαιο ότι και το κλίμα μέσα στην ίδια τη ΝΔ δεν θα είναι και το καλύτερο, αφού οι υποκλοπές, η διασπάθιση του δημόσιου χρήματος, αλλά και φαινόμενα τύπου Πάτση που προκαλούν με τον πιο χυδαίο τρόπο την ελληνική κοινωνία δημιουργούν βαριά ατμόσφαιρα στο κόμμα της ΝΔ. Γι’ αυτό άλλωστε και αρκετά απ’ τα πρωτοκλασάτα στελέχη της κρατάνε αποστάσεις απ’ τις εξελίξεις, αποφεύγοντας να βγουν σε ανοιχτή στήριξη ακόμα και του ίδιου του Μητσοτάκη.