Με «βαρύ» το βήμα μπαίνει το 2025, φορτωμένο με αυξανόμενη τη φτώχεια για τους λαούς, τους πολέμους και τους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, με συνεχιζόμενη τη γενοκτονία του Παλαιστινιακού λαού και την αναταραχή στη Μέση Ανατολή, την ατέλειωτη αιματοχυσία στην Ουκρανία, την ανάληψη της προεδρίας των ΗΠΑ από τον Τραμπ, τη βαθιά κρίση στην ΕΕ, την ακροδεξιά προώθηση, τις μεγάλες συγκρούσεις παντού, αλλά και με σταθερά παρούσα την ασίγαστη ταξική, αντιπολεμική – αντιιμπεριαλιστική πάλη των λαών. Το διεθνές σκηνικό είναι σκοτεινό, αλλά εγκυμονεί εξελίξεις.

2024, «Πρώτα ο πόλεμος και η φτώχεια». Απλώνεται σε πολλές ηπείρους, απειλεί λαούς, χώρες, κοινωνίες και ίσως ολόκληρη την ανθρωπότητα, με απευθείας μετάδοση γενοκτονιών, βομβαρδισμούς αμάχων, νοσοκομείων, σχολείων, πανεπιστημίων, μουσείων, με τις κοινωνικές ανισότητες να παρουσιάζουν αυξητική τάση. Ο καπιταλιστικός – ιμπεριαλιστικός Μινώταυρος θέλει να ξεπεράσει την κρίση -που έχει ξεσπάσει από το 2008- και τη σαπίλα του, με ένα τεράστιο θυσιαστήριο-τίμημα σε ανθρώπινο και παραγωγικό υλικό. Η περιβόητη «ψηφιοποίηση» και η «τεχνητή νοημοσύνη», η τηλεργασία, η διάλυση της κοινωνίας και η ανάδειξη του «ατόμου», οδήγησε ακόμη και το ΔΝΤ να προειδοποιήσει ότι το 60% των θέσεων εργασίας σε προηγμένες οικονομίες θα μπορούσαν να «επηρεαστούν αρνητικά».

Χαρακτηριστικά του 2024 ήταν και η ενεργειακή κρίση, σαν αποτέλεσμα και του πολέμου σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή, η αμφισβητούμενη «πράσινη μετάβαση», η διεύρυνση των ανισοτήτων πλούσιων και φτωχών χωρών, η διεύρυνση της ομάδας «BRICS», η βαθιά κρίση – αποσύνθεση της ΕΕ, οι συχνότερες μεγάλες φυσικές καταστροφές, αποτέλεσμα της διατάραξης των σχέσεων ανθρώπου – φύσης, με κορωνίδα την επανεκλογή του Τραμπ που τάραξε τα νερά και τους προσανατολισμούς σε παγκόσμιο επίπεδο και με τελευταίο γεγονός την πτώση της Συρίας, που μπορεί να αναδειχθεί σε γεγονός μεγάλης γεωπολιτικής σημασίας και σε προπομπό «αναδασμού» στην ευρύτερη περιοχή.

Ταυτόχρονα όμως, υπήρξαν και υπάρχουν λαϊκές αντιστάσεις σε όλο τον πλανήτη, με απεργίες, διαδηλώσεις και εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες από τις μητροπόλεις του καπιταλισμού, τις ΗΠΑ, τις Βρυξέλλες και το Παρίσι μέχρι την Ινδία, την υποσαχάρια Αφρική και τη Λατινική Αμερική. Η λαϊκή δυσαρέσκεια εκφράστηκε, αλλά δυστυχώς σε πολλές περιπτώσεις πήρε ένα ακροδεξιό πρόσημο, λόγω της -για ιστορικούς λόγους- υποχώρησης του κινήματος σε παγκόσμιο επίπεδο.

Κυρίαρχο γεγονός βέβαια αποτελεί η αντίσταση του Παλαιστινιακού λαού, φάρος και ελπίδα για τους λαούς όλου του κόσμου. Αυτή τροφοδότησε ένα τεράστιο κύμα αλληλεγγύης σε όλο τον κόσμο, γεγονός μεγάλης πολιτικής σημασίας, με τη διεθνή απομόνωση του κράτους τρομοκράτη, την καταδίκη του στον ΟΗΕ, που έφτασε μέχρι και την έκδοση εντάλματος σύλληψης του Νετανιάχου ως εγκληματία πολέμου.

Στη χώρα μας το κυβερνητικό αφήγημα, που από το 2019 υμνεί τη «σταθερότητα» και ότι «η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται με πιο γρήγορους ρυθμούς», δεν πείθει πια. Η «σταθερότητα» εξαντλήθηκε καθώς για πολύ κόσμο στην πράξη σημαίνει φτωχοποίηση, το πολιτικό σκηνικό βρίσκεται σε κρίση αντιπροσώπευσης, αναζητείται μια βαθιά αναδιάταξή του και δεν αποκλείεται η χρονιά που έρχεται να είναι χρονιά εξελίξεων και στην Ελλάδα.

Η περιλάλητη «αυτοδυναμία» έχει ήδη χαθεί, η κυβερνητική φθορά είναι ορατή όχι μόνον από το αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών, τις δημοσκοπήσεις και τις ενδοκυβερνητικές αντιθέσεις (Καραμανλής και Σαμαράς κλπ) και μπορεί να πάρει μεγαλύτερες διαστάσεις, εάν θα μπορούσε να υπάρξει πιο οργανωμένη, συντονισμένη και αποφασιστική η λαϊκή πάλη. Ακόμη και η φαινομενικά «ακίνδυνη» κυβερνητική επιλογή για την Προεδρία της Δημοκρατίας μπορεί να σηματοδοτήσει πολιτικές εξελίξεις.

Παρόλα αυτά η κυβέρνηση, «απτόητη», προχώρησε στις διατεταγμένες αντιλαϊκές μεταρρυθμίσεις -μνημονιακά «υπόλοιπα»- με πιο σημαντικά την ψήφιση του αντισυνταγματικού νόμου για την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, το νόμο-«γύψο» για τον κατώτατο μισθό και την παραπέρα ιδιωτικοποίηση Παιδείας, Υγείας, όπου τα επί πληρωμή απογευματινά χειρουργεία ήρθαν να της δώσουν τη χαριστική βολή.

Το «success story» όμως της κυβέρνησης τσαλακώνουν το χρέος (δημόσιο και ιδιωτικό), που έχει απογειωθεί, το ΑΕΠ που παραμένει ακόμα στα προ κρίσης επίπεδα, οι μισθοί που είναι στα Τάρταρα, το ισοζύγιο εισαγωγών – εξαγωγών που είναι σταθερά αρνητικό, οι πλειστηριασμοί που αυξήθηκαν 24% το 2024, το κόστος στέγασης και διατροφής που έφτασε στα ύψη, με όλα τα μεταπρατικά χαρακτηριστικά που οδήγησαν στην πρόσφατη χρεωκοπία να είναι παρόντα και να οδηγούν στην περαιτέρω διάλυση του παραγωγικού ιστού της χώρας. Να αφήσουμε πίσω «τη μιζέρια του χθες» ζήτησε ο Κ. Μητσοτάκης, όταν οι μισθοί παραμένουν καθηλωμένοι και η αγοραστική δύναμη έχει πέσει 24% τη 15ετία, με την Ελλάδα να πέφτει στην τελευταία θέση της ΕΕ.

Ο προϋπολογισμός του 2025, χειρότερος από κάθε προηγούμενο, πάρα τις λογιστικές αλχημείες της κυβέρνησης, παρουσιάζει μειωμένες δαπάνες για υγεία, παιδεία, πολιτική προστασία και κοινωνική ασφάλιση, με επιβαρύνσεις για τα λαϊκά στρώματα της τάξης των 70 δισ. από άμεσους και κυρίως έμμεσους φόρους, είναι ενταγμένος στη διατεταγμένη από το Διευθυντήριο των Βρυξελλών λογική της «πολεμικής οικονομίας».

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, όταν οι άνεμοι του πολέμου έρχονται όλο και πιο κοντά, δηλώνει σταθερά «πρόθυμη» να βρεθεί στην πρώτη γραμμή των ΗΠΑ, ΝΑΤΟ, ΕΕ, Ισραήλ, με τους θηριώδεις εξοπλισμούς να λεηλατούν τα δημόσια ταμεία. Έτσι και το 2025 θα συνεχίσει να είναι χρονιά ενισχυμένων στρατιωτικών δαπανών. Οι ΗΠΑ του Ντόναλντ Τραμπ αξιώνουν μεγαλύτερη συμμετοχή στις εξοπλιστικές δαπάνες από τις χώρες μέλη του ΝΑΤΟ με υπερδιπλασιασμό του ποσοστού, από το 2% σε 5% επί του ΑΕΠ και ο Μητσοτάκης παίρνοντας αμέσως το μήνυμα σε δηλώσεις του στην Φινλανδία ήταν σαφής λέγοντας πως «το 2% του ΑΕΠ για τις αμυντικές δαπάνες είναι, πιθανώς, ιστορία. Πρέπει να επενδύσουμε περισσότερα».

Το 2024 ήταν και η χρονιά ευόδωσης του «ελληνοτουρκικού ειδυλλίου», με πρωταγωνιστή τον οσφυοκάμπτη στον «Σουλτάνο», «γενναίο μειοδότη» υπουργό Εξωτερικών Γεραπετρίτη, την στιγμή που η Τουρκία δεν έχει μειώσει ούτε στο ελάχιστο τις επεκτατικές της βλέψεις και προχωρά σε τετελεσμένα κατοχύρωσης των διεκδικήσεών της, ενώ ταυτόχρονα αναδεικνύεται σε μεγάλη περιφερειακή δύναμη.
Σε αυτή τη γραμμή της στρατηγικής σύμπλευσης, της «άσφαιρης» αντιπολίτευσης και της «σταθερότητας» κινούνται Ανδρουλάκης και Φάμελλος, περιμένοντας να πέσει η κυβέρνηση ως «ώριμο φρούτο», με τον φέρελπι Κασελλάκη να κινείται ακόμα πιο δεξιά, με τον ακροδεξιό γαλαξία να ενισχύεται και με το ΚΚΕ να θέλει να αυξήσει τα ποσοστά του.

Απέναντι σε αυτήν την πολιτική όμως ήρθε στην επιφάνεια πιο έκδηλα η υπόγεια δυσαρέσκεια τόσων ετών, με τις αλλεπάλληλες κινητοποιήσεις του λαού, για την αλληλεγγύη στον Παλαιστινιακό λαό και την απεμπλοκή της χώρας μας από τον πόλεμο και με εργατικές, λαϊκές και νεολαιίστικες κινητοποιήσεις για το εισόδημα και τις συνθήκες δουλειάς, για την Υγεία και την Παιδεία.
Όλοι μαζί, λαός και νεολαία, τιμώντας τη μνήμη των 57 νεκρών στα Τέμπη, με τις μεγάλες απεργιακές συγκεντρώσεις στις 28 Φλεβάρη και τη μεγάλη συναυλία στο Καλλιμάρμαρο, κατήγγειλαν την εγκληματική πολιτική του κέρδους και την προσπάθεια «κουκουλώματος» του εγκλήματος.

Οι αγρότες με αποκλεισμούς δρόμων ενάντια στην καταστροφική ΚΑΠ.

Οι φοιτητές και οι εκπαιδευτικοί ενάντια στην ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων και στην αξιολόγηση – καρατόμηση.

Οι υγειονομικοί στα δημόσια νοσοκομεία όλης της χώρας ενάντια στα απογευματινά χειρουργεία και στην ιδιωτικοποίηση, οι εργαζόμενοι σε μονάδες Ψυχικής Υγείας και οι εποχικοί πυροσβέστες, με συγκεντρώσεις διαδηλώσεις και απεργίες.

Οι εργαζόμενοι στην «Teleperformance» και της «Webhelp», εταιρείες – κολοσσοί του κλάδου, μετά και τη συγκρότηση δύο επιχειρησιακών σωματείων, οι εργαζόμενοι στη «Wolt» και στην «efood» με την απεργία που οργάνωσαν σε μια σειρά πόλεων.

Οι εργαζόμενοι στη ΛΑΡΚΟ, ενάντια στο ξεπούλημα-έγκλημα και για το δικαίωμα στη δουλειά.

Οι ναυτεργάτες, οι εργαζόμενοι στη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη και στη COSCO, για συλλογικές συμβάσεις εργασίας.

Εκείνο όμως που προκύπτει ξανά και ξανά είναι ότι οι απεργίες αυτές είναι ξεκομμένες και ασυντόνιστες, δεν έχουν σχέδιο και προοπτική κλιμάκωσης. Και βεβαίως την κύρια ευθύνη φέρουν οι συμβιβασμένες ηγεσίες ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ αλλά και οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ, με τα 600 σωματεία, τα 32 Εργατικά Κέντρα και τις 17 Ομοσπονδίες που ελέγχουν, που επικαλούνται τις δυο όλες κι όλες πανεργατικές απεργίες που ψήφισαν με τις άλλες παρατάξεις του εργοδοτικού – κυβερνητικού συνδικαλισμού που κατά τα άλλα καταγγέλλουν, που υμνούν τα χωριστά απογευματινά του συλλαλητήρια και το «κοσμοϊστορικό» γεγονός της Πανελλαδικής Σύσκεψης του ΠΑΜΕ.

Είναι δύσκολο να γίνει ασφαλής πρόβλεψη σχετικά με το τι θα φέρει το 2025. Έχει συσσωρευτεί πάντως πολλή «ενέργεια» και η εκτόνωσή της προμηνύει κοινωνικές εκρήξεις κι απρόβλεπτες καταστάσεις. Οδηγεί σε συντονισμένες προσπάθειες «μιντιακών» και άλλων επιχειρηματικών και πολιτικών κύκλων, εντός και εκτός Ελλάδας, για την αναδιάταξη-αναπαλαίωση του πολιτικού προσωπικού, για να αποκτήσει -σε περίπτωση πτώσης του Μητσοτάκη- κάποια αξιοπρεπή δυναμική η «ασθενική» κεντροαριστερά. Σε αυτήν την επιχείρηση θα ριχτούν στη μάχη και οι εφεδρείες, με τον Αλέξη Τσίπρα, με «τσεκαρισμένη» την «γενναιότητά» του στη Συμφωνία των Πρεσπών -και όχι μόνον- να δηλώνει «παρών», με το «Ίδρυμά» του και το ρόλο του εντολοδόχου της ΕΕ στα Δυτικά Βαλκάνια.

Το ζητούμενο για το λαό μας, για την εργατική τάξη και τη νεολαία είναι μέσα από ποιους δρόμους θα οδηγηθούμε στην ανασύνταξη του κινήματος, πώς οι αγώνες του χτες θα φουντώσουν τους αγώνες του αύριο, να τους κάνουν πιο αποτελεσματικούς και νικηφόρους, για όλα αυτά που μας αφαιρούν και διεκδικούμε, για κατακτήσεις και δικαιώματα, ενάντια σε αντιλαϊκές πολιτικές κυβερνήσεων, τοπικών, κρατικών και υπερεθνικών κέντρων εξουσίας, για να ανασάνει ο λαός, για μια άλλη κοινωνία του δίκιου και της λευτεριάς.

Καλούς αγώνες, λοιπόν, για τη χρονιά που έχουμε μπροστά μας.
Πέρα από τις ευχές μας, σε αυτούς του αγώνες, με αγωνιστική αισιοδοξία, με το κεφάλι ψηλά, πρέπει να διαθέσουμε όλες μας τις δυνάμεις.